Αρχική ΘΕΑΜΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ Χρύσα Σπηλιώτη: «Είναι μεγάλη και πολύ παράξενη η δύναμη του θεάτρου»

Χρύσα Σπηλιώτη: «Είναι μεγάλη και πολύ παράξενη η δύναμη του θεάτρου»

Η ταλαντούχα ηθοποιός και θεατρική συγγραφέας Χρύσα Σπηλιώτη, φιλοξενείται στο Koitamagazine!

Με αφορμή το μονόλογο της Χρύσας Σπυλιώτη “Ο Γιος μου Νικόλαος Μάντζαρος”,  που παρουσιάζεται στον πολυχώρο Vault, σε σκηνοθεσία Αυγουστίνου Ρεμούνδου με την ίδια στο ρόλο της Ρεγγίνας Μάντζαρου, η ηθοποιός μιλάει στο περιοδικό μας.

Γεμάτη φρέσκια διάθεση μου μίλησε για τη σημαντικότητα αυτού του έργου, για τον τρόπο προσέγγισης της παράστασης, ενώ δε δίστασε να αναφερθεί στο τι σημαίνει για εκείνη το θέατρο και η τέχνη ευρύτερα στην Ελλάδα του σήμερα…

  • Πείτε μου λίγα λόγια για την παράσταση  «Ο Γιος μου Νικόλαος Μάντζαρος »  που ανεβαίνει  στον Πολυχώρο Vault.

Είναι μια παράσταση πολύ κεφάτη, ιδωμένη με χιούμορ και καμία σοβαροφάνεια εκ μέρους του Αυγουστίνου Ρεμούνδου που την σκηνοθέτησε. Ο Αυγουστίνος δημιούργησε σκηνικά κάτι σαν παιδικό καρουζέλ, νιώθω σαν να κινούμαι μέσα σ’ ένα λούνα παρκ παλιάς εποχής, κάπως έτσι. Οι θεατές στις δύο πρώτες παραστάσεις που κάναμε μέχρι σήμερα, ήρθαν απ’ ότι κατάλαβα προδιατεθειμένοι να δουν κάτι αρκετά σοβαρό και ξαφνιάστηκαν που είδαν κάτι ευχάριστο, που τους έκανε να γελάνε. Αλλά μια ιστορία έστω κι αν αφορά τον συνθέτη του Εθνικού μας Ύμνου μπορεί να είναι τα πάντα. Να είναι ανθρώπινη. Και κανένας άνθρωπος στην εποχή που ζούσε όσο σημαντικός κι αν υπήρξε δεν στεκόταν σε βάθρο. Υπήρξε παιδί, έφηβος, είχε αντιθέσεις και πολλές αθέατες πλευρές για τον πολύ κόσμο​

  • Τι σας ώθησε να προσεγγίσετε αυτό το έργο και αυτή την πτυχή της ιστορίας;

Δεν ήταν δική μου πρωτοβουλία ήταν μια πρόταση του Αυγουστίνου Ρεμούνδου από τον Πολυχώρο Vault την εποχή που ο Δημήτρης Καρατζιάς μαζί με τον Μάνο Αντωνιάδη ετοίμαζαν το γενικό project «Ο Γιος μου…». Ο Αυγουστίνος ήταν που είχε επιλέξει να ασχοληθεί με τον Νικόλαο Μάντζαρο. Κι εγώ μπήκα με πολλή χαρά στο όλο πράγμα. Έκανα για καιρό έρευνα σχετικά με την εποχή –μια ιστορική περίοδο που έβραζε ανάμεσα στη Γαλλική και την Ελληνική επανάσταση, μελέτησα για τα Επτάνησα, απ’ τα οποία πέρασαν όλοι οι κατακτητές της οικουμένης καταδυναστεύοντάς τα, διάβασα επίσης αρκετές βιογραφίες του Μάντζαρου. Ευτυχώς βρήκα πολλά στοιχεία για τον ίδιο τον Νικόλαο Μάντζαρο και τον πατέρα του, αλλά σχεδόν τίποτα για τη μητέρα του τη Ρεγγίνα. Το μόνο που ξέρουμε στην πραγματικότητα είναι πως είχε καλλιτεχνική φύση και ήταν η πρώτη δασκάλα του γιου της στο πιάνο. Αυτή η έλλειψη πληροφοριών όμως, μου έδωσε τη δυνατότητα να φτιάξω μια αρκετά ελεύθερη μυθοπλασία για την ηρωίδα μου, η οποία βασίστηκε βέβαια στον περίγυρό της.

  • Πώς θα χαρακτηρίζατε τον ρόλο της Ρεγγίνας Μάντζαρου και πως τον προσεγγίσατε;

Είναι μια γυναίκα σε έκρηξη. Σε εσωτερική έκρηξη που δεν εντοπίζεται με την πρώτη ματιά. Τρομερά καταπιεσμένη από τα ήθη της εποχής, της κοινωνικής τάξης και τις απαιτήσεις του άντρα της. Την επανάσταση που δεν κατόρθωσε να κάνει η ίδια η Ρεγγίνα λόγω συνθηκών την μεταθέτει στα χέρια του γιου της. Χωρίς ποτέ να του το ζητήσει. Μεγαλώνοντας τον από παιδί με ελευθερία.  Όπως λέει χαρακτηριστικά « Δεν του έδεσα ποτέ χέρια και πόδια, δεν του φάσκιωσα το κορμί σα μούμια, τον άφησα να πηγαίνει όπως ήθελε». Επιτρέποντάς του να είναι ο εαυτός του, να κάνει ότι του υπαγορεύει η ψυχή του. Και γίνεται μουσικός. Κάτι εντελώς απαράδεκτο για τον πατέρα του που ανήκει στην υψηλή αριστοκρατία και συνεργάζεται με όλους τους κατακτητές του νησιού σαν Γενικός Εισαγγελέας του κράτους. Προσέγγισα τον ρόλο σωματικά κάπως σαν ζωάκι, χωρίς πολλές εγκεφαλικές διεργασίες με όσο περισσότερη μπορούσα παιδική αφέλεια.

  • Ποια τα βασικά μηνύματα του έργου και γιατί αξίζει να παρακολουθήσει ο κόσμος αυτή την παράσταση;

Αν αξίζει για κάποιο λόγο μια παράσταση κατά τη γνώμη μου είναι για την ίδια τη χαρά της επικοινωνίας με τον κόσμο. Αυτή είναι το ίδιο το μήνυμα, και μ’ αυτή την έννοια υπάρχει μήνυμα. Κατά τα άλλα δεν αγαπώ ιδιαίτερα τα μηνύματα γιατί μπορεί να στενέψουν, να ξεράνουν τον ποταμό της επικοινωνίας, να γίνουν διδάγματα, ακόμα και χωρίς να το επιδιώκεις. Δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς ούτε να διδάξει ούτε καν να δείξει κάτι σε κανέναν. Μπορεί να μοιραστεί την ανθρώπινη περιπέτεια να καταφέρει να βάλει τον θεατή στη θέση του ήρωα σαν να είναι ένας και αυτός κι από μόνο είναι ήδη κάτι αυτό. Και δεν εννοώ να επιδιώκει κανείς την ταύτιση του κοινού με τον ήρωα, αλλά τη συνειδητοποίηση της απόλυτα κοινής μοίρας. Την ισότητα στη ζωή και το θάνατο, ανεξάρτητα από ποια θέση κατέχει κάποιος στην κοινωνία.

  • Πόσο δύσκολο είναι για έναν ηθοποιό να ερμηνεύει έναν ρόλο για μία σχεδόν ώρα μόνος του, πάνω στη σκηνή;

Εξαρτάται από το πόσο το θέλει. Πόσο να βραχεί, να βουτήξει και να κολυμπήσει. Αν θέλει γίνεται πιο απλό. Όταν αγαπάς κάτι το φοβάσαι σιγά σιγά όλο και λιγότερο. Εμένα με ενέπνευσε από την αρχή αυτό το εγχείρημα. Ο Αυγουστίνος, το θέατρο Vault και η αύρα που έχει από τους ανθρώπους που το απαρτίζουν, το ίδιο το θέμα, ο μεγάλος αυτός συνθέτης που δυστυχώς τον ξέρουν μόνο από τον Εθνικό Ύμνο, η Ρεγγίνα. Απαντώντας τώρα πρακτικά στην ερώτηση, νομίζω πως έχει δυο όψεις το θέμα της δυσκολίας ενός μονολόγου. Απ’ τη μια σίγουρα είναι δύσκολο γιατί πρέπει να κρατήσει ένας άνθρωπος σε εγρήγορση τον κόσμο, κι επίσης αν του συμβεί οποιοδήποτε ατύχημα δεν υπάρχει κανείς άλλος συνάδελφος να τον σώσει. Απ’ την άλλη όμως καθώς διαχειρίζεσαι το πράγμα μόνος σου έχεις την ελευθερία σε οποιοδήποτε συμβάν να οδηγήσεις αυτόματα το πράγμα και να μπαλώσεις το πρόβλημα. Άλλωστε η επικινδυνότητα μας ξυπνάει πάντα και μας κάνει πολυμήχανους. Σε κάθε περίπτωση είναι μοναδική εμπειρία και χαίρομαι που μου δόθηκε αυτή η ευκαιρία.

  • Τι σημαίνει το θέατρο για εσάς;

Έκθεση, αλληλεπίδραση, ισχυρή μεταμορφωτική δύναμη. Έχω δει πολύ ντροπαλούς ανθρώπους να αποκτούν απίστευτο θάρρος ανεβαίνοντας στο σανίδι. Ψευδούς να γίνονται ρήτορες, γέρους να φαίνονται νέοι απ’ το περίσσευμα της ενέργειας, άχαρους να γίνονται πολύ όμορφοι σκηνικά. Και σαν θεατής από παιδί έχω μαγευτεί, έχω ονειρευτεί κι έχω ξυπνήσει από εφιάλτες βλέποντας παραστάσεις.

 

Είναι μεγάλη και πολύ παράξενη αυτή η δύναμη του θεάτρου, μυστηριώδης. Κρίμα που δεν το περιλαμβάνουν στα μυστήρια της εκκλησίας.

 

  • Η τηλεόραση τι γεύση σας έχει αφήσει μέσα από τις δουλειές που έχετε πραγματοποιήσει σε αυτήν;

Μια πολύ συμπαθητική γεύση. Πέρασα ευχάριστα, γνώρισα ανθρώπους, κέρδισα πολύ περισσότερα χρήματα απ’ ότι στο θέατρο, αλλά δεν είναι το ίδιο με το θέατρο. Και δεν είμαι η μόνη που το λέει αυτό. Θα έχετε κουραστεί να το ακούτε. Όλοι οι ηθοποιοί αγαπούν πολύ περισσότερο το σανίδι. Εκεί βγάζουν την ψυχή τους εκεί υπάρχει η συνομιλία με το κοινό. Κι εγώ προσωπικά θεωρώ πως έπαιζα πολύ συμβατικά στην τηλεόραση δεν ήταν το είδος μου, εκφραζόμουν πάντα πολύ αλλιώς στη σκηνή.

  • Ποια θεωρείτε ότι είναι η εικόνα του θεάτρου σήμερα και ποια τα περιθώρια εξέλιξης του στο μέλλον;

Σήμερα χτυπάει κορυφές το θέατρο. Μας χρειάζεται όσο ποτέ, λόγω κρίσης φυσικά. Κρίσης γενικής όχι μόνον ελληνικής, παγκόσμιας. Κι όχι μόνον οικονομικής αλλά κρίσης ιδεών και αξιών. Δεν αντέχει πια ο κόσμος την τηλεόραση κι ας την βλέπει.  Να τον απειλούν, να τον τρομοκρατούν, να του στερούν την υπόστασή του. Δεν αντέχει ούτε τόση τεχνολογία κι ας την ακολουθεί σαν θρησκεία. Ταυτόχρονα την ξερνάει, για να ζήσει χρειάζεται αληθινή επικοινωνία, άλλους ανθρώπους, ανθρωπίλα πώς το λένε.  Τα θέατρα πάνε καλά ακόμα και στην πιο βαθιά κρίση. Κι είναι πολύ παρηγορητικό που είναι μια φτηνή έξοδος για τον κόσμο. Και συμβαίνουν πολλά και καινούργια. Πολλές νεανικές ομάδες, πολλοί πειραματισμοί, πολλές νέες οπτικές γωνίες, φρεσκάδα. Και βέβαια θέατρο για όλα τα γούστα, καθένας έχει τη δυνατότητα να δει αυτό που του ταιριάζει. Δεν είμαστε μόνο μια ομάδα ανθρώπων, ευτυχώς. Βέβαια υπάρχουν πάρα πολλά θέατρα, κάθε χρόνο αυξάνεται ο αριθμός των παραστάσεων και δεν είναι όλα καλά, αλλά δεν πειράζει. Διαρκώς κάτι γεννιέται κι αυτό έχει σημασία. Έχουμε πολύ ταλαντούχους ανθρώπους στην Ελλάδα και πολλούς που επείγονται να εκφραστούν για να μην σκάσουν.

  •  Ποια τα χαρακτηριστικά ενός καλού ηθοποιού;

Η ετοιμότητα, η διάθεση για συνεργασία, η έλλειψη του φόβου της έκθεσης, να δέχεται να τσαλακωθεί, να αλλοιωθεί, να μεταμορφωθεί. Να μπορεί να περάσει το κείμενο και τον εαυτό του στο κοινό. Να μπαίνει σε βάθος στην ανθρώπινη  ψυχολογία. Και βέβαια η ωριμότητα. Εννοώ και των πολύ νέων την ωριμότητα.

  • Ποιος θεωρείτε ότι είναι ο ρόλος της τέχνης ευρύτερα στην εποχή μας;

Παίζει πολλούς ρόλους η τέχνη. Του διασκεδαστή, του παρηγορητή, του δημιουργού αισιοδοξίας και ελπίδων, του πολιτικού. Πολλά κάνει η τέχνη. Θα μπορούσε να είναι και ένα μέσον για αφύπνιση μια που είναι μια ισχυρή αντανάκλαση του ποιοι είμαστε, αλλά αυτό είναι δύσκολη υπόθεση, δεν ξέρω. Ο Αριστοφάνης πάντως παρ’ ότι οι ήρωες και οι ηρωίδες στα έργα του όπως η Λυσιστράτη κατάφερναν μέχρι και τον πόλεμο να σταματήσουν, στο τέλος παραδέχτηκε ότι το θέατρο δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Όμως έμπνευση κι ενθουσιασμό δίνει κι αυτό δεν είναι λίγο.

Μία υπέροχη κουβέντα γεμάτη με μία σπουδαία κυρία του θεάτρου. Ευχαριστώ πολύ αγαπητή Χρύσα. Εύχομαι κάθε επιτυχία από καρδιάς! 


Ακολουθείστε το Koitamagazine.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα καλλιτεχνικά νέα!

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο instagram



Προηγούμενο άρθροΜελίνα Μερκούρη: «Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα είναι το καμάρι μας»
Επόμενο άρθροΞέρεις γιατί η κουτάλα για τα μακαρόνια έχει τρύπα στην μέση;