Αρχική ΘΕΑΜΑ ΡΕΠΟΡΤΑΖ Το ζωντανό ολόγραμμα του Τσάρλι Τσάπλιν – Ο Σαρλό δεν πέθανε ποτέ

Το ζωντανό ολόγραμμα του Τσάρλι Τσάπλιν – Ο Σαρλό δεν πέθανε ποτέ

Πρέπει να γράψω κάτι για εκείνον, πρέπει να τον ψάξω, να τον αναζητήσω, κάπου είναι, υπάρχει ακόμη, ικετεύω, παρακαλώ «ξεδιάντροπες» λέξεις να στάξουν, να χρωματίσουν το χαρτί, άσπρο, όχι λευκό, μαύρο, ούτε εκείνο ήταν, Τσάρλι, επιτέλους Τσάρλι, χόρεψε μου λίγο, θέλω να δω πως χτυπούν τα ποδιά σου στο ξύλο, πως σπάει το σανίδι, πως ο κόσμος αναστατώνεται από τη φαντασία σου, πως τα χρώματα της ψυχής σου διεισδύουν τόσο χαρωπά μέσα τους και πέφτουν αναίσθητα -όταν το σκοτάδι της διχόνοιας, της δυστυχίας από την κατατρεγμένη ευτυχία τρυπώνει ωσάν το χαμίνι πίσω από την αυλαία- και τραγουδούν τα ασπρόμαυρα χρώματα, παίζουν μόνα τους, και ζουν, και παθιάζονται, και πεθαίνουν για την τέχνη, και πεθαίνουν για τη φτωχή τους τέχνη…

Κάθε κίνηση του αντηχούσε σε έναν παλμό, κάποτε τον ονειρεύτηκα ζωντανό στα όνειρα μου, ήταν τόσο, τόσο… ανθρώπινος, σαν όλες του οι πνοές να ήταν δευτερόλεπτα πολύτιμης σταγόνας, που γιάνει τα ωραιοποιημένα πάθη της ψυχής.

Το κενό του Τσάρλι, ναι, ευχαριστώ που θωρώ το μαύρο κουτί που κρατούσε ξεκούρδιστο κάτω από το προσκεφάλι του, γελούσαμε, πλαντάζαμε με τις ευφυείς κινήσεις του, με τη σκουντουφλιά του, την ανισορροπία του, το πώς έπεφτε, χτυπούσε και σηκωνόταν, αποζητούσαμε το γέλιο που θα γέμιζε τα άδεια μπουκάλια των ζωών μας, όμως εκείνος σπάραζε, ψυχομαχούσε στη μοναξιά του, φοβόταν πως θα χάσει τα λογικά του, πως ο τρελός κωμικός θα αποσυνδεθεί από τον σουρεαλιστικό του κόσμο και θα ξεχυθεί μόνος στα πλοκάμια της παραφροσύνης, όχι, Τσάρλι σε κοιτώ, αν σε πόνεσαν ξέρεις πως οι πληγές σου θα γιάνουν, γιατί βλέπω τον μικρό μου φιλαράκο εκεί πάνω, και ξέρεις… τους διαφορετικούς δεν τους θέλουν, τους κοιτούν με απέχθεια, δεν τους αγαπούν, τους χτυπούν αλύπητα, τους δέρνουν, όμως αντί για αίμα, φτύνουν όνειρα, φτύνουν αλήθεια, την αλήθεια που οι «ρεαλιστές» της μιζέριας και της απάθειας φοβούνται…

Σε κατηγόρησαν για μαστροπεία ανηλίκων, για παιδεραστία, για ψέμα, για ραδιουργία, για βία, και εσύ, εσύ με όλη σου την καλοσύνη ήρθες για να μας πεις, Τσάρλι, πόσο ψέματα είναι όλα αυτά…

Κι όσο ο Τσάρλι, ο μικρός Τσάρλι τραγουδά στη σκηνή, δεν επιθυμώ να κλείσω τα μάτια μου, ήδη παραληρώ στην εικόνα σου, σε μια μικρή φιγούρα με το σάπιο, της φτώχιας, μπαστούνι σου, το μεγάλο απροκάλυπτο καπέλο και τα φαρδιά τρύπια παντελόνια που μπάζει ο αέρας.

Κινηματογράφος και θέατρο ερωτοτροπούν επί σκηνής και καρποφορούν έναν απόγονο της παροδικής τούτη στιγμής. Ένα μεγάλο πλαίσιο στον κόμβο, εκεί ψηλά, αποτυπώνει ένα κάδρο ταινιών, μιας περιουσίας, μιας παρακαταθήκης που γράφει ακόμη, διότι η φαντασία δεν έχει τέλμα, κι ας τη φράζουν με τοίχους. Ο μικρός και ο μεγάλος, και ύστερα ο πλέον αδύναμος ασθενικός γέρος Τσάρλι Τσάπλιν στέκονται και μας κοιτούν ασάλευτοι στην άκρη, στο χείλος της σκηνής, δεν μας έχουν καταλάβει ακόμη, δεν μας βλέπουν και τότε, τότε ο βίος ενσαρκώνεται, διαδραματίζεται με πνοές και εκπνοές στα αψηλά, διαστέλλουν το χαμόγελο, τρέμουν οι άκρες των χειλιών και παρανοούν οι αισθήσεις, από τη λογική στη ψύχωση. Όλη η αντισυμβατικότητα του Τσάρλι μπλέκει σε κάθε καθαρή ανάσα τούτης της αρένας,  χτυπά, φωνάζει και βουβά εγκλωβίζεται στο γυαλί, όχι, όχι πλέον, τώρα κινείται, και όσο κι αν δεν μπορεί να ορθοποδήσει τόσο σηκώνεται, ξανά και ξανά…

Διάολε μαύρε! Όλα αναδύουν μέσα από τη ζωή του, μέσα από τον σκοταδισμό και τον φωτισμό, σε μια ανηφόρα και κατηφόρα, σε μια άπταιστη αδιόρατη ερμηνεία του Θανάση Τσαλταμπάση, κόβοντας τη σάρκα του Τσάρλι, δεν είναι η σάρκα του. Αποστηθίζοντας, εγκολλώντας στον πυθμένα του ψύχους του δένεται, ταμπουρώνεται μόνος του στη φιγούρα του Σαρλό, θε μου, θε μου, πόσο όμοιος είναι, του μοιάζει, όπως κάποτε τον απλώναμε με μιαν εικόνα στα όνειρα μας, ο γελωτοποιός αυτός σπαράζει, πλαντάζει αγκομαχώντας, στάζοντας νερό από εξάντληση. Αντίκρυ, ο Τσαλταμπάσης συγκάλυψε με πίστη, με ανδρισμό, με παλικαρίσια αρχοντιά, την μορφή του Τσάπλιν, πως, πως είναι δυνατόν να είναι και να μην είναι εκείνος;

Όχι αθώοι, αυτή τη στιγμή είναι εκείνος, στον ρόλο που ανάθεμα κι αν άρμοζε πιότερο σε κάποιον άλλο, άξια του λόγου του η ερμηνεία, όλες οι ορθές διαστάσεις, όλες οι συναισθηματικές μεταπτώσεις, οι δράσεις, οι αντιδράσεις, οι αντιφάσεις στο πρόσωπο του, εναρμόνιζαν μια ευυπόληπτη, μια έλλογη και εύλογη σπουδαιότητα στην υποκριτική του συντέλεση, καμαρωτός κατέθεσε μια ψυχή και μια ιστορία έντιμα, ηθικολογώντας στη μορφή του Τσάρλι, του Σαρλό, έγδυσε τον Θανάση και τον έντυσε με ένα ολόγραμμα του Τσάρλι.

Ο Daniel Colas δεν έγραφε, μεγαλουργούσε, ξερίζωνε τις σκέψεις του από τον εγκέφαλο του και τις ξέχυνε ατίθασες στο λευκό χαρτί, γραμμένες με το κόκκινο μελάνι, με βουρκωμένες πινελιές, αποτύπωνε κάθε πτυχή, κάθε κρυφό απόκομμα της ζωής του Τσάρλι, δίχως να παρεμποδίζει, δίχως να μεταλλάζει, με τον δικό του ιδεαλισμό στο κινούμενο νήμα, στιγμές του Τσάρλι, με γράμματα και λέξεις. Άφησε τη ζωή του Τσάπλιν να μετενσαρκωθεί στο θεατό, να ανασταίνεται ξανά και ξανά, να μεταμφιέζεται και να τον ζούμε σαρκωμένο, τον σκέφτηκε, τον μελέτησε, τον ονειρεύτηκε, τον αφουγκράστηκε και τον ξέρασε πάνω στο χαρτί, πίσω από το γυαλί, πάνω στο σανίδι.

Ο Πέτρος Ζούλιας βούτηξε τα χέρια του στην ψυχή του Τσάρλι και έθεσε κάθε κινητική του άποψη, που χαρακτήριζε βέβαια τον ήρωα, στέριωσε το σενάριο στον “τρούλο” της σύνθεσης λόγων, κινήσεων, αντιδράσεων, εκφράσεων, με μια διδαχτική και τόσο παραστατική παρουσίαση των ηρώων του, δίχως ενστάσεις στην ελευθερία της έκφρασης του, έδρασε τόσο ορθά ώστε δεν διεπιστώθη ούτε μια διαστολή, ούτε μια παρεκτροπή, σε έναν διάδρομο περπάτησε στο σχοινί και αποτύπωσε με αληθοφάνεια, δίχως οφθαλμική απάτη και προχειρότητες, έναν Τσάρλι ομοίωμα,  όπως και λειτούργησε με μαεστρία και δεξιοτεχνία με όλους τους ηθοποιούς τούτης της τέλεσης.

Βλέπω τη Μαρίνα Ψάλτη, την Χάνα, τη μητέρα του Τσάρλι και κάτι μαραίνεται, ευτυχής ή δυστυχής τεμαχίστηκε σε δυο περίπλοκες διαστάσεις, στη διατάραξη διπολικής ψύχωσης, μεταποιήθηκε από το θετικό στο αρνητικό συναίσθημα, κορύφωσε το δράμα, τόσο δυνατή και αγέρωχη η ερμηνεία της, από τα μάτια της, από τον σπαραγμό της στην παράνοια των διαθέσεων της, φάνηκε πως στάθηκε επάξια σε έναν ρόλο τόσο λεπτό για την ζωή του Τσάρλι, μια επιρροή που έδωσε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, με όλη την αποδοτικότητα της.

Ο Χρήστος Σπανός έδωσε την εικόνα κάποιου προσώπου που αμυδρά γνωρίσαμε μέσα από τις ταινίες του Τσάρλι, γεννήθηκαν με την καταδίκη του αλκοολικού πατέρα και της διαταραγμένης μητέρας τους. Έδωσε την εικόνα και την ομοίωση του αδελφού του και με ερμηνευτική τεχνοτροπία απέδωσε αυτούσια τον ρόλο του, με τους ρυθμούς που άρμοζαν στην καταλληλότητα του ρόλου.

Η Τζένη Θεωνά σε τρεις διαφορετικούς χρόνους, σε διαφορετικές ερμηνείες, αποτέλεσε το ίδιο πρόσωπο, όμως με εναλλασσόμενους χαρακτήρες, τις γυναίκες του Τσάρλι. Θα μπορούσε να διατυπωθεί εύλογα πως ανέλαβε να αποτυπώσει στο πρόσωπο της τον έρωτα, κάτι που της ταίριαζε σε μια εικόνα και μια ομοίωση της νεαρής, είτε εχθρούς του Τσάρλι, κακεντρεχής, εκδικητικούς είτε μιας λεπτεπίλεπτης, αγαθής γυναικάς που έζησε μαζί του για τριάντα χρόνια. Απέδωσε, κι ας το αναιρέσει κάποιος, μια γλυκύτητα, με δριμύτητα αν επιτρέπεται, πάνω σε ρόλους που έδιναν ένταση, χρώμα και άρωμα γυναίκας, κάτι που εκείνη με παλμό και πάθος στέναξε στον ρόλο, συνειρμική και διαχυτική, δίχως υπερβολές, δίχως πολλές περικοκλάδες.

Ο Γιώργος Κωνσταντίνου στον ρόλο του Χούβερ, του αρχηγού του FBI, εισβάλλει στο έργο με όλη τη σοβαρότητα και τον ορθολογισμό του ήθους και αφήνει την ανεξίτηλη πινελιά του, η οποία είναι καταλυτική για όλη την ουσία του έργου, η αδικία και η εξουσία χαραγμένη στο πρόσωπο του, είναι εκείνος ο άγγελος του θεάτρου που έρχεται για να φέρει το μήνυμα που καθορίζει τα πάντα, αλτρουιστική προσέγγιση και αναγκαία, όσο και εξέχουσα παραβολή.

Και στον ρόλο του ανθρώπου που κάπου κάπου διακωμωδείται για την αφέλεια αλλά και την φιλοδοξία και την φιλαργυρία του, ο Σωκράτης Πατσίκας μεταμορφώνεται σε όποια πρόσωπα του κληρώσουν, και με πληρότητα δένεται ψυχή με ψυχή με τον ρόλο που του ανατίθεται, προκάλεσε χιούμορ στο δράμα κι αυτό ήταν ένα δέον κατόρθωμα.

Αιφνιδιαστικές και στο υψηλότερο τεκμήριο που αρμόζει, καταιγιστικές οι ερμηνείες, ίσως τα μάτια κάποιου να θωρούν μονάχα την ψυχή και κάποιου άλλου, μη συναισθηματικού, να μην κοιτούν τίποτα. Οι ερμηνευτές αφυδατώθηκαν προκειμένου η κατάθεση τους να αποδώσει καρπούς, συγκεντρωμένοι στον σκοπό, χάραξαν στο σανίδι μια αδικημένη τέχνη, η οποία εδικαιώθη στο ήθος που εποίησαν…

Μια αιωρούμενη σκηνή στο θέατρο Ακροπόλ, εκεί οπού οι χορηγήσεις οξυγόνου ταράζουν τα πνευμόνια σου, έξοχο αποτέλεσμα, ονειρώδες, με σκηνές που κινούνταν δεξιά και ζερβά, χρόνοι μεταλλασσόμενοι πάνω στο ίδιο σκηνικό, διάλογοι που σηματοδοτούσαν ένα δράμα ενοποιημένο με το χιούμορ, ένας Τσάρλι που κανείς, ουδέποτε δεν μίσησε. Η ενδυμασία ανακαλούσε μνήμες της εποχής, στον εισπνέοντα αέρα του Λονδίνου του 40’ και του 50’, ρούχα υψηλής ραπτικής για έναν κοσμικό και βουτηγμένο στην χλιδή Τσάρλι, όσο και πλαδαρά μεγάλα παπούτσια, μπαλωμένα ρούχα, φτωχικά. Η αντίφαση των δυο πρόσωπων του Τσάρλι –του δυστυχή και του ευτυχή, του φανταστικού και του ρεαλιστικού- αποτυπώθηκε παντού.

Δίχως να αδικηθεί ο κινηματογράφος, εμβόλιμη ήταν η εμφάνιση μια οθόνης με στιγμιότυπα του Τσάρλι. Μια συμμετρική τέχνη με ψηφιδωτές αναλογίες και δημιουργικά τεχνάσματα, που είχε κάτι ευρύ, κάτι πιο βαθύ, κάτι που μόνο όσοι αγάπησαν βαθιά εκείνον τον άνθρωπο θα συλλάβουν.

Ο μικρός Τσάρλι βουβά πέφτει στο κενό, ο ήρωας της σιωπής χορεύει αιωρούμενος στη δική του αυτοσχέδια σκηνή… Τίτλοι τέλους… The End

Πριν φύγεις, ο Τσάρλι, κοιτά την αντανάκλαση και μονολογεί:

Ο καθρέπτης είναι ο καλύτερος μου φίλος, επειδή όταν κλαίω δεν γελά ποτέ.

 Ένα τέλος σε μια κυκλική αναδρομή αρχής…

Συντελεστές:

Συγγραφέας: Daniel Colas

Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος

Σκηνοθεσία: Πέτρος Ζούλιας

Χορογραφία-Κίνηση:  Άννα Αθανασιάδη 

Σκηνικά: Μαίρη Τσαγκάρη

Κοστούμια: Παναγιώτα Κοκκορού

Μουσική: Παναγιώτης Αυγερινός και Σπύρος Λούκος

Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος

Φωτογραφίες: Γιάννης Βλασερός (koita magazine)

Video design προβολές-Artwork: Κάρολος Πορφύρης   

Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριάννα Τουντασάκη 

 Στο ρόλο του Τσάρλι Τσάπλιν ο Θανάσης Τσαλταμπάσης

Πρωταγωνιστούν:

Μαρίνα Ψάλτη,Τζένη Θεωνά, Χρήστος Σπανός, Σωκράτης Πατσίκας

Στο ρόλο του Χούβερ ο Γιώργος Κωνσταντίνου

Παίζουν οι:

Βασίλης Χαρίσης, Ευφροσύνη Κουτσουβέρη, James Rodi, Φοίβος Παπακώστας, Μυρτώ Σχοινοπλοκάκη και ο μικρός Theodor Kona  

Παραγωγή: Θέαμα Ακροπόλ

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Κυριακή στις 21:15, Δευτέρα στις 20:00 και Τρίτη, στις 21:00

Διάρκεια: 120’

Εισιτήρια: 16 ευρώ (κανονικό εισιτήριο) & 13 ευρώ (μειωμένο εισιτήριο)

Κρατήσεις: 2103648303

Χώρος: Θέατρο Ακροπόλ

Ιπποκράτους 9-11

(Σταθμός Μετρό Πανεπιστήμιο)


Ακολουθείστε το Koitamagazine.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα καλλιτεχνικά νέα!

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο instagram



Προηγούμενο άρθροΨυχοθεραπεία μέσω Τέχνης στο Ψυχοθεραπευτικό κέντρο Μ. Σαράντη
Επόμενο άρθρο«Παραδέχομαι ότι έκανα λάθος». Η αποκάλυψη της Ράντου για το Κωνσταντίνου και Ελένης 20 χρόνια μετά