Αρχική ΒΙΒΛΙΟ Ρεπορτάζ Να χαρούν τα σπουργίτια τον ήλιο πριν να αποθάνουνε – σπασμένες ψυχές

Να χαρούν τα σπουργίτια τον ήλιο πριν να αποθάνουνε – σπασμένες ψυχές

slack-for-ios-upload

Σιωπούσαν, μα τις νύχτες τις αδόξαστες ψιθύριζαν με ένα αλαφρύ φύσημα στο σβέρκο μου και ύστερα στο αυτί μου, δεν μπορούσα να αφήσω καμιάν πνοή να διαφύγει από τα χείλη μου, που σπασμωδικά έκαναν κάποιους περίεργους μορφασμούς.

Ακόμη τρελαίνομαι και παρανοώ και παραλογίζομαι, θυμάμαι μόνο ένα κορίτσι, να τόσο για μικρό, μελαχρινό, καμωμένο, μικρό, με ένα λευκό δέρμα απέραντο, μα τόσο ασθενικό, Χρυσούλα μου είπε, «Χρυσούλα με λέει ο καλός μου, η αγάπη μου, ο έρωτας μου ο Ορέστης μου».

Δεν μπόρεσα να συλλάβω λέξεις που να ένωναν τα αποκομμένα, διάσπαρτα και τόσο ασύνδετα λόγια της, όμως μια μελαγχολία διαφαινότανε σκιερά στο πρόσωπο της, και τότε είδα, κάποιοι λυγμοί αφόδευαν από τα μάτια μου και ύστερα το πνιχτό δάκρυ ξεχύθηκε γαλήνιο στην άκρη του απροσδιόριστου, αταίριαστου με αυτό το όνειρο, ουρανίσκου μου, εκεί κατέληξε, όταν θώρησα μια… σπασμένη ψυχή του Νίκου Καζαντζάκη.

Ήταν ανώφελο να προσποιούμαι, φοβόμουν πως εάν συνέχιζα να ακολουθώ τις λέξεις του, τα φλεγματικά του «θε μου θε μου», τα αινιγματικά του «αργοπεθαίνω στις σκοτοδίνης του έρωτα παλμό», εάν τα δάχτυλα μου εξακολουθούσαν μέρα παρά μέρα, νύχτα παρά νύχτα, σε έναν χρόνο που διασκορπιζόταν από μια ροή που εγώ ημέρευα ή εξαγρίωνα, να ακουμπούν άτιμα, θεληματικά την υφή τούτων των σελίδων, θα σκοτωνόμουν, θα με σκότωναν οι λέξεις. Οι «ψυχές» του Καζαντζάκη δεν αιμορραγούν, γίνονται θρύψαλα και κλαίνε και κλαίνε και πεθαίνουν τόσο μόνες, τόσο παγωμένες σε ένα σκαλοπάτι που κανείς άστεγος δεν κοιμήθηκε, οι πλούσιοι ονειροδαρμένοι εραστές και ομορφοφορεμένες και καλλωπισμένες γυναίκες δεν πέρασαν να δουν το άψυχο σώμα μιας γυναίκας που πέθανε από αγάπη, από έρωτα, όχι από εκείνον που δεν τις αγκάλιασε ένα τις σπλάχνο ή κανένα, για την αγάπη που έδωσε και περίμενε, και περίμενε, με μια αέναη υπομονή, με μια ψευδαίσθηση πως ένα τέτοιο κορίτσι, που δεν μοιάζει με θηλυκό, μπορεί ένα αρσενικό να το αγαπήσει και να κάνει έρωτα μαζί του.

Ένας άνδρας ποιητής, συγγραφέας μάλλον, ή παράλογος, ή της ψυχής και της ανθρωπότητας ιχνηλάτης, ή απλώς άδικος, σπάταλος σε έναν ανώφελο χρόνο, για πράγματα που δεν είχαν ουσία, αναζητώντας μια ουτοπία σε μια καμένη χίμαιρα, την ηδονή μιας γυναίκας αφιερωμένης σε άνδρες πολλούς, αγνοώντας την αγάπη που περίμενε με το χεράκι της στην πόρτα, με την αγκαλιά της διστακτικά, τρεμουλιαστά να απλώνεται και το ζεστό της φιλί να μην θυμίζει ανθρώπινο πλάσμα, παρά ένα αγγελικό, που ήρθε για να φύγει.

«Γιατί με σκότωσες Ορέστη μου; Γιατί το έκανες αυτό αγάπη μου; Σε παρακαλώ, μην με αφήσεις να πεθάνω έτσι, δώσε μου κάτι να πιώ, σώσε με αγάπη μου, σώσε με, δεν θέλω να πεθάνω» και αδειανό και μόνο, το κορμάκι της Χρυσούλας, η τρωτή της καρδία ψυχορράγησε και ύστερα έσβησε στο νεκροκρέβατο του αιώνιου, καταδικαστέου έρωτα.

Δεν το έκανε κανείς, δεν πίστεψαν στο έργο τούτο του Καζαντζάκη, όπως δεν πίστεψαν σε πολλές φιλοσοφικές και μεταφυσικές του ταλαντεύσεις, πάνω σε τόσο ορατά ή και αόρατα συναισθήματα και υπάρχοντα της ζωής. Όμως, αυτό το έργο αμφισβητήθηκε, «τι πάει να πει σπασμένες ψυχές… » έλεγαν, πολύ μελοδραματικό, πολύ επικούρειο κάπου κάπου, για έναν ποιητή σαν τον Καζαντζάκη, και έτσι, μέχρι το 2011, το βιβλίο αυτό θάφτηκε, ως αλλόκοτο και άχρηστο, σελίδες για προσάναμμα.

Το ομορφότερο έργο του Καζαντζάκη, αυτό που το κάνει τόσο σημαντικό για εμένα, αυτό που το κάνει τόσο ιδεώδες είναι η καρδιά, άκουσα τους παλμούς του Καζαντζακη εκεί μέσα. Πόσο πονούσε όταν τα δάχτυλα άγγιζαν διστακτικά την γραφομηχανή;

Κατάλαβα πως εκείνο που έχει σημασία για έναν άνθρωπο της τέχνης, για έναν αφοσιωμένο δούλο των γραμμάτων, είναι η έκφραση της ψυχής με όλους τους δυνατούς τρόπους, δίχως λέξεις λόγιες, δίχως λεξιλόγιο εκλεπτυσμένο, με τις πιο απλές λέξεις, ο Καζαντζάκης ταλάνισε τα όργανα του εσωτερικού μου κόσμου, με λέξεις γεμάτες νοήματα ύψιστων, για την ζωή, αγαθών, ο άνθρωπος αυτός σημάδεψε κάπου, που όλα καίγονται και γίνονται στάχτη, και κανείς δεν θέλει να επανακτήσει την μνήμη του.

Έτσι έπεσα κατάχαμα, στο παγωμένο πλακάκι και αναριθμούσα, γλαφυρό, ποιητικό, λυρικό όπου έπρεπε, η ροή ήταν συμβατή με όλους τους ήρωες και τους διαλόγους του έργου, ένα δράμα, ένα μυθιστόρημα που αν καταπιαστείς, θα αναζητήσεις πιότερο το βαθύ του νόημα, κι ένα σωρό μαλακίες, γιατί; για ποιον διαολεμένο λόγο να μιλήσω τόσο υποτιμητικά-ανιαρά για τον Καζαντζακη, ναι, θεωρείται πως τάχα μου σάλεψε, όμως όχι, δεν με κόφτει ούτε η δομή, ούτε τα συντακτικά και τα γραμματικά στοιχεία του βιβλίου, ούτε με κόφτει εάν αυτό είναι ή δεν είναι κριτική, κι ας αναιρώ το πρωτόκολλο των κριτικών.

Αυτός ο σπαραγμός, αυτό το κράκ, που δεν περιγράφεται με λέξεις, αυτό που σπάει, μια σπασμένη ψυχή, είναι ένας στοχασμός, μια συνειδητή αποτύπωση του πόνου, κάπως έτσι μοιάζει, δεν μπορούσα να πάψω να νιώθω ένα πετάρισμα στη ψυχή μου με τον πόνο και την άσβεστη δίψα των νέων, που κλειδώνονται μέσα σε ένα κατεψυγμένο κουτί που σβήνει μια φλόγα.

Θέλω να σας διαβάσω τα τελευταία λόγια της Χρυσούλας:

Όλα όσα της αγγίζανε, πεθάνανε. Πέθανε το φως και γίνηκε ίσκιος μέσα στα μαλλιά της. Πεθάνανε τα κρίνα που κρατούσε το πρωί στα χέρια της. Πεθάνανε οι λογισμοί, πνιγήκανε, μέσα στ’ ασάλευτα, τα πεθαμένα νερά τω ματιώνε της. Όλα όσα της αγγίζανε, πεθάνανε. Και όμως! Και όμως αυτή ποθεί να ζήσει! Το ένστιχτο της φριμάζει ακόμα ανυπότακτο μέσα στο μυαλό της. Πίσω από το μέτωπο της, το σιωπηλό και πεθαμένο, βουά η επιθυμία της ζωής! Όλα τα ένστιχτα κι όλοι οι πόθοι σε αντάρτικες συνοδείες φωνάζουνε πίσω από το μέτωπο της, με μιαν αμέρωτη χλαλοή διαμαρτυρίας κι αγανάχτησης κ’ υψώνουνε τα μπράτσα τους και ζητούνε δικαιοσύνη!

«Είμαι νέα! Είμαι νέα και δε θέλω να πεθάνω. Και δεν πρέπει να πεθάνω».

Πηγή φωτογραφίας: Provogateur


Ακολουθείστε το Koitamagazine.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα καλλιτεχνικά νέα!

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο instagram



Προηγούμενο άρθρο6 λάθη που κάνουν οι γυναίκες σκορπιοί στις σχέσεις
Επόμενο άρθροΜία ιδιαίτερη συνέντευξη τύπου: Ένα brunch γνωριμίας με τους συντελεστές της παράστασης“BU-21” στο Θέατρο 104