Αρχική ΘΕΑΜΑ ΡΕΠΟΡΤΑΖ «Diavol Kommandant» – “Αν όλοι κάνουμε κάτι, ο εφιάλτης θα τελειώσει”

«Diavol Kommandant» – “Αν όλοι κάνουμε κάτι, ο εφιάλτης θα τελειώσει”

Ο χρόνος παίρνει αναβολή, οι μορφές που δεινοπαθούσαν εκείνην την εποχή αναβιώνουν σε έναν χώρο συμβολικό, σημείο κομβικό για τον Έλληνα, σε μια ταβέρνα όπου γίνεται μια οικεία ηθογραφικών στοιχείων και προσωπογραφημένων συνθέσεων της ψυχής, αγωνιστών της πατρίδας και σωτήρες μιας αιωνόβιας, μονάκριβης κληρονομιάς.

Το χρώμα φθίνει, οι τοίχοι λιώνουν και όλα αλείφονται με τη βούρτσα του παλιού, του ασπρόμαυρου, εκεί όπου μιλούν, κλαίν και γελούν οι θορυβούσες-σιωπηρές οντότητες μιας γηραιάς ηπείρου, που μπορεί να διαλύεται, όμως,  δεν μπορεί να σκορπιστεί, δεν μπορούν οι πέτρες της ν’ ακρωτηριαστούν με μιαν σφαίρα, ή από το κανόνι του κακού.

Όντας ακόμη ζωντανοί αντιστέκονται, μασκαρεμένοι σε μια πλάνη, σφιχτοκρατώντας ωσάν “ελεήμονες” το χέρι του κατακτητή, μακαρίζουν τις ζωές τους, να επιβιώσουν, στην αντίσταση το στέρνο στέκει ανορθωμένο, ακόμη κι η μύτη του όπλου τους αντικρίζει κατάματα. Σε μια ταβέρνα με πλούσιες όψεις ανθρώπων γνωστών, η τραγουδίστρια Ζωή τραγουδά ύμνους και μονάχα στης Ελλάδας σαλεύει η καρδιά της από λυγμούς –οι  γερμανικοί στίχοι ξεχύνονται νεκροί από το στόμα της,  φορώντας το μαύρο της φόρεμα νιώθει πένθος όταν τους τραγουδά. Η Ζωή είναι μια άτρωτη γυναίκα, που δεν διστάζει να αντιμιλήσει ή να «λιθοβολήσει»  με λέξεις και προσβολές τον Γερμανό.  Στο πρόσωπό της οι αγωνίστριες της επανάστασης, η γυναίκα που ταμπουρώνεται με εκρηκτικά και θυσιάζεται, κατατάσσεται με ηρωισμό στην πρώτη γραμμή της μάχης.

Ο Λευτέρης, η αμφισβήτηση του έργου αυτού, τάχα ο δειλός, ο φοβισμένος, ο υποταγής, ο δοσίλογος, ο μαυραγορίτης, είναι ο παλαίμαχος της ιστορίας, είναι ο μόνος που προσεγγίζει την κατάσταση με ασφάλεια και προσοχή, σκεπάζοντας με το μαύρο πέπλο της πειθούς τον κακό, ενώ σε μια διττή δράση είναι ο αρχηγός της επανάστασης, είναι εκείνος που βηματίζει εκ του ασφαλούς, καλά μασκοφορεμένος. Εκείνοι, οι οποίοι βρίσκονται στο ακρώνυμο να αποκαλυφθούν είναι ο Βασίλης και ο Χαράλαμπος –ο οποίος μεταμφιέζεται στο «μικρό» δουλάκι του Ζόριμπλε, γρυλίζοντας δίχως οδοντοστοιχία. Οι δύο αντιστασιακοί αυτοί φέρουν το προσωνύμιο των αφελών, που παράτολμων, τον επιπόλαιων, που ωσάν τον Επιμηθέα πράττουν, δίχως να το λογιστούν στον νου τους πρότερα.  Με τον δικό της τρόπο η νοικοκυρά, η Ελληνίδα λύκαινα που μεταμορφώνεται σε κουτάβι στο φονικό βλέμμα του κατακτητή, η Ματίνα, είναι ο χαρακτηριστικός ρόλος της οξύθυμης, της ευέξαπτης γυναίκας, που ενώ τρέμει τον Γερμανό, πισώπλατα ονειροπαρμένα φαντασιώνεται πως τον υπερνικά με το μαχαίρι που κόβει τα λαχανικά στην κουζίνα της.

H Reginela και η Lily Marlen καρφώνουν τις σημαίες τους στο δοκάρι της «Κανέλα», μόνο που ο κομαντάντε Τονίνο Τόπο τρέφει αγνά αισθήματα ως φιλέλλην, και «οπλοφορεί» μονάχα τριαντάφυλλα στο σωθικό του για τη Ζωή. Ο Καρλ Φον Ζόριμπλε είναι η αποτύπωση του φθόνου, της κατάκτησης ακόμη και στον έρωτα, του φόνου, της καταστροφής, του αδίστακτου δυνάστη που δεν λογαριάζει τίποτα, μόνο με απειλές και πολύνεκρο φονικό επιλύνει τις διχόνοιές του.

Η Μαριάννα Κυριακάκη έπλασε εικόνες από την εποχή της γερμανικής εποχής, σχεδίασε και χρωμάτισε καρικατούρες ηρωικές, που ξεχάστηκαν από το βιβλίο της ελληνικής ιστορίας, άνθρωποι λαϊκοί,  απλοί, ο λαός, εκείνος που δίνει τον δικό του αγώνα. Όλα διαδραματίζονται σε έναν χρόνο, μια δεκαετία, που ακόμη ηχούν τα ουρλιαχτά των ανθρώπων από τον λιμό, την αρρώστια, τον θάνατο και τη φτώχια, η συγγραφέας αυτή εναπόθεσε, έμβαλε μια μικρή μελωδία αισιοδοξίας, ένα μικρό χαμόγελο σαν φως να ξεπροβάλει από τις σχιστές, κουρελιασμένες κουρτίνες του πολέμου. Σχεδίασε μορφές γελωτοποιούς. Σε καταστάσεις που δακρυκλαίν, ένα παρηγορητικό χαμόγελο κάμει τη διαφορά. Έγραφε, έγραφε, έως ωσάν ελληνική ταινία το «παραμύθι» αυτό να ενσαρκωθεί και ν’ αναστηθεί επί θεατρικού σανιδιού.

Ένα έργο, μια «γελοιογραφία» προσώπων που πρωταγωνίστησαν στην γερμανική κατοχή, όταν τ’ άνθοι της ελληνικής γης μαραίνονταν. Δεν ομοιάζει με σαρκασμό, ανορθώνει τους ήρωες και λασπώνει τους «ηρωιστές» με τα εμβλήματα των Ες-Ες στα μανίκια τους.

Γέλιο ανεξέλεγκτο, ομοίωση αρμονική με τα γεγονότα, ορθή μεταφορά στην θεατρική σκηνή, αναστενάζεις στο θεατό αυτού του έργου. Μονιάζουν οι σκέψεις σου, στην τραγικότητα, αλλά και στην διακωμώδηση, που όμως γίνεται με σεβασμό, με δομική ορθότητα και λεπτομερή επισκόπηση. Θωρείς τον τρόπο που περνούν οι πράξεις, πώς όλα ωθούνται σε έναν σκοπό, πώς ο εθνικισμός γίνεται ο αγαθός παλμός του πατριώτη, πώς υπάρχει εκτίμηση, ακόμη και στο πρόσωπο του ξένου. Δεν είναι τίποτα επιτηδευμένο, ακόμη και το σχέδιο εξόντωσης του Ζόριμπρε τοποθετείτε με τρόπο ήπιο, δίχως ύβρι στο πρόσωπο του χιτλερικού στρατού.

Μια παράσταση που σκάπτει το χωματένιο στρώμα της λήθης, μέχρι να ξεχειλίσει το ιερό νερό όπου αντανακλάται η αγνή μορφή του Έλληνα, που μάχεται μονάχα για την ελευθερία της ψυχής και του τόπου του.

Μήνυμα ηρωικό, αίσθημα τιμής και ηθικού πυλώνα που κτίζει την καρδιά του Έλληνα.

Οι άνθρωποι αυτού του θεατρικού ήταν σαν πρόσωπα γνώριμα, και αυτό ομολογεί ένα τρανό και φυσικό αποτέλεσμα, μια μικρή επιτυχία του καλλιτέχνη. Αυτό οφείλεται και στους ηθοποιούς και κατά ένα μεγάλο κομμάτι στον σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή της παράστασης Μάνο Αντωνίου, ο οποίος  έδωσε σαρκική υπόσταση στο έργο της Μαριάννας Κυριακάκη. Κίνηση, δράση-αντίδραση, σύνθεση και ροή,  ήταν οι πινελιές που έσταξε στο κείμενο.

Οι ηθοποιοί Μάνος Αντωνίου, Τζίνα Δημητροπούλου, Αντώνης Τζαμαλούκας, Κατερίνα Οικονομίδη, Μπάμπης Βρακάς, Γαβρίλος Καμμάς, Ιορδάνης Καλέσης είναι αισθαντικοί, μετά-δοτικοί, στο ηχόχρωμα της χροιάς τους, στις εναλλαγές τους, από την σοβαρότητα εκεί όπου άπτεται η παρωδιακή τους προσαρμογή, ορθά και επιδέξια, επιτέλεσαν και εκτέλεσαν τον «μπούσουλα» και την ελεύθερη βούληση που τόσο νατουραλιστικά ενέπνευσαν στο ίδιο το έργο.

Με λίγη έντεχνη μουσική και ύμνους, ρυθμισμένους και ωθούμενους από τον Σταμάτη Χρήστου, αλλοτινών χώρων, είτε της γης αυτής που ακόμη αναπνέει, ακούς τις φωνές τους να βροντούν και να λένε: «Εάν όλοι κάνουμε κάτι, ο εφιάλτης θα τελειώσει».

Diavol Kommandant

Είδος: Καυστική Κωμωδία

Κείμενο: Μαριάννα Κυριακάκη
Σκηνοθεσία: Μάνος Αντωνίου
Μουσική: Σταμάτης Χρήστου
Βοηθός σκηνοθέτη: Αναστασία Καπάνταη
Φωτογραφίες: Γιάννης Αποστολόπουλος

Τιμή εισιτηρίου
Γενική Είσοδος: 12€
Φοιτητές: 10 €, Μαθητές: 8€
Για ομαδικά εισιτήρια άνω των 20 ατόμων, φορείς & συλλόγους: 8 €
Για ανέργους: Είσοδος Δωρεάν– Με επίδειξη βεβαίωσης ανεργίας και κατόπιν συνεννόησης με το ταμείο

Ερμηνεύουν οι:
Μάνος Αντωνίου (Λευτέρης)
Τζίνα Δημητροπούλου (Ζωή)
Αντώνης Τζαμαλούκας (Βασίλης)
Κατερίνα Οικονομίδη / Αναστασία Καπάνταη (Ματίνα)
Μπάμπης Βρακάς (Καρλ Φον Ζόριμπλε)
Βαγγέλης Πετρόπουλος/ Γαβρίλος Καμμάς (Χαράλαμπος/ Χανς)
Ιορδάνης Καλέσης (κομαντάντε Τονίνο Τόπο)

Κάθε Σάββατο έως 1η Απριλίου, στις 19:00 & Κυριακή στις 18:00

Θέατρο ΛΥΧΝΟΣ
ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ 83 & ΙΕΡΑΣ ΟΔΟΥ 59- ΑΘΗΝΑ
τηλ.  211-0121686


Ακολουθείστε το Koitamagazine.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα καλλιτεχνικά νέα!

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο instagram



Προηγούμενο άρθρο«Το Ξύπνημα της Άνοιξης» του Frank Wedekind από την ομάδα ΝΟΥΚΕΝΤΡΑ στο θέατρο Βαφείο – Λάκης Καραλής
Επόμενο άρθρο“Το Άδειο Σπίτι” του Patrice Leconte, ανακοινώθηκε ως η τελευταία ταινία του Alain Delon.