Αρχική ΘΕΑΜΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ Χρυσάνθη Κορνηλίου: «Πολλοί θέλουν να ασχολούνται με την Τέχνη αλλά ελάχιστοι την...

Χρυσάνθη Κορνηλίου: «Πολλοί θέλουν να ασχολούνται με την Τέχνη αλλά ελάχιστοι την υπηρετούν αληθινά»

Χρυσάνθη Κορνηλίου

Χρυσάνθη Κορνηλίου: «Πολλοί θέλουν να ασχολούνται με την Τέχνη αλλά ελάχιστοι την υπηρετούν αληθινά». Μία σπουδαία κυρία του θεάτρου, μιλάει στο Koitamagazine για την παράσταση ” Άμλετ VS Τέλμα” που σκηνοθετεί και υπογράφει και την δραματουργική επεξεργασία της.

Το 2011 ιδρύει με το σύζυγό της την αστική μη κερδοσκοπική εταιρία «Διέλευσις» πολυχώρος πολιτισμού, όπου συνενώνει τις κύριες ιδιότητες της δραστηριότητάς της: τον εθελοντισμό με την τέχνη, τη φιλοσοφία και τον πολιτισμό σε μια κοινή δραστηριότητα του πολυχώρου. Στον πολυχώρο «Διέλευσις» ανεβάζει με δική της δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία τα έργα:

«De profundis» του Όσκαρ Ουάιλντ σε μορφή δραματικού αναλογίου,

«Το Αιώνιο Θήλυ πέρα απ’ των τόπων και των χρόνων τα σύνορα»,

ένα αφιέρωμα-ύμνο μέσα από ορφικούς ύμνους, ομηρικά και παλαιοχριστιανικά κείμενα και στίχους βυζαντινής και νεοελληνικής ποίησης.

«Άραβες ποιητές».

Παρουσίαση ποίησης σημαντικών Αράβων ποιητών με συνοδεία τελετουργικού στοιχείου και μουσικής των σούφι.

«Μητροκτονία».

Μία περφόρμανς που αφορά το συμβολικό τέλος της μητροκτονίας στην Ηλέκτρα του Σοφοκλή.

«Έρως: Η ενθύμισις ενός διαλόγου».

Μία συζήτηση πάνω στον έρωτα, εμπνευσμένη από τους διαλόγους Διοτίμα-Σωκράτη, μέσα από την Πολιτεία του Πλάτωνος.

«Οιδίπους: Από την άγνοια στην επίγνωση».

Η τραγωδία Οιδίπους τύρανος του Σοφοκλή και Οιδίπους επί Κολωνώ, μέσα από έναν συνδυασμό κειμένων που αναδεικνύουν την ενότητα του μύθου και την συμβολική του διάσταση.

«Η Αγνή του Θεού» του John Pielmeier.

Το έργο του σύγχρονου αμερικανού συγγραφέα, φέρνει στην επιφάνεια ερωτήματα που αφορούν την πίστη και την αμφιβολία.

«Κωμωδία μιας άλλης εποχής».

Το γνωστό έργο του Αρμπούζωφ, παρουσιάζει την ιστορία ένός ζεύγους ώριμης ηλικίας, των οποίων η συνάντηση αναπτερώνει την ελπίδα για μία σχέση που δεν έχει να κάνει με τις συμβατικότητες του χρόνου.

Πείτε μου λίγα λόγια για την παράσταση “Άμλετ vs Τέλμα”.

Παρουσιάζεται το έργο του Σαίξπηρ υπό το πρίσμα του Άγγλου φιλόλογου και σαιξπηρολόγου Martin Lings. Ενώ οι πέντε παρουσιαστές μας μυούν στις εσώτερες συμβολικές διαστάσεις του έργου, το παρασταίνουν παράλληλα, εισάγοντάς μας στη βιωματική πρόσληψητης αλληγορίας του μύθου. Η δυσκολία του εγχειρήματος, δηλαδή να επιτευχθεί μαζί με το ενδιαφέρον που προκαλεί ο μύθος και η νοηματοδότησή του, απετέλεσε πρόκληση για μένα όσον αφορά τις ερμηνείες των ηθοποιών και την εν γένει αισθητική της παράστασης.

Ο Άμλετ vs Τέλμα (Τέλμα – αναγραμματισμός του Άμλετ) αποτελεί για μένα σταθμό στη δουλειά μου. Προσπάθησα να μινιμάρω όσο το δυνατόν περισσότερο τα εξωτερικά στοιχεία της παράστασης για να εισέλθω στο γυμνό νόημα,  αλλά με τρόπο τέτοιο που να μη σταματά στη γνωστική περιοχή του θεατή, αλλά να εισχωρεί επιπλέον στην καρδιά ώστε να προκαλεί την μετακίνησή του. Έτσι, ο λόγος του συγγραφέα αναδεικνύεται και φωτίζεται δίνοντας τους πιο εύγευστους και θρεπτικούς χυμούς του και κάνοντας τον θεατή δέκτη των πολλαπλών νοημάτων του. Πέντε μυητές ηθο-ποιοί μας εισάγουν στο κόσμο της περιπέτειας της ανθρώπινης ψυχής που αγωνίζεται να ελευθερωθεί από το τέλμα της κατεστημένης σήψης του κοσμικού βασιλείου.

Παρεμβαίνουν σαν άγγελοι ή από μηχανής θεοί για να μας υπενθυμίζουν ότι αυτό που βλέπουμε είναι αυτό που δεν βλέπουμε, και εκεί στη χαραμάδα αυτής της αντίθεσης, στη σχισμή αυτή της διπολικής πραματικότητας να μας σπρώξουν να δούμε το φως που διαφεύγει ξεγλιστρώντας από τις ρωγμές της.

Ποιο το έναυσμα που σας ώθησε να εντρυφήσετε σε αυτό το έργο, αναλαμβάνοντας την δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία της παράστασης;

Κατ’ αρχήν το ίδιο το έργο του Σαίξπηρ και ο θαυμαστός τρόπος που αλληγορεί. Ενώ παράλληλα ο λόγος του κοφτερός σαν σπαθί δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμών. Από την άλλη ο τρόπος που ο Martin Lings προσεγγίζει το σαιξπηρικό έργο. Σηκώνει με αφοπλιστικό τρόπο το πέπλο του μυστηρίου που καλύπτει τον μύθο (από τα ίχνη που ο μύθος έτσι κι αλλιώς αφήνει στην ψυχή μας) στην περιοχή του συνειδητού. Με προκάλεσε δηλαδή ο τρόπος που κάνει την υποσυνείδητη αλήθεια του συμβόλου, συνείδηση και αποκάλυψη.

Ξέρετε, η ανθρωπότητα πέρασε μέσα από ασυνείδητες λειτουργίες (τελετουργίες-μαγεία) και εν συνεχεία υποσυνείδητες (μύθοι) στην εποχή που η φιλοσοφία αποπειράθηκε να εκλογικεύσει την αλήθεια, άλλοτε με περισσότερο και άλλοτε με λιγότερο επιτυχημένο τρόπο (συνειδητή προσέγγιση). Στην εποχή μας όμως ανοίγονται με όλο αυτό το προϋπάρχον υπόβαθρο, προοπτικές μίας υπέρβασης σε μία υπερσυνειδητή αντίληψη που είναι κομβικό σημείο της εξελικτικής πορείας του ανθρώπου. Ακόμα και αν αυτό το κομβικό σημείο βρίσκεται στα σπάργανα, έχει ως τόσο γεννηθεί ως δυνατότης και αυτό μας δίνει το δικαίωμα και μας γεννά την υποχρέωση να το υπηρετήσουμε.

Η Τέχνη και μάλιστα η τέχνη του Θεάτρου, απόγονος των μυητικών – μαγικών τελετουργιών, είναι η μεγάλη ιέρεια της εποχής που καλείται να επιτελέσει αυτόν τον ρόλο και το έργο. Γι αυτό ακόμα και αυτή η τόσο έκδηλη εικόνα της παρακμής που παρουσιάζει, είναι γιατί ετοιμάζεται να γεννηθεί κάτι πολύ μεγάλο. Οι πόνοι της γέννας είναι δυνατοί. Οι αναταράξεις επίσης. Το δάκρυ πυκνώνει στο αγωνιώδες βλέμμα των οραματιστών και ο ορίζοντας ακόμα είναι θολός. Γι αυτό πιστεύω ότι αυτή η δυνατότητα ωθείται με τους σπασμούς της επώδυνης γέννας στην νέα πραγματικότητα.

Ποια τα στοιχεία εκείνα που καθιστούν το έργο επίκαιρο στο φιλοθεάμον κοινό;

Το έργο είναι επίκαιρο έτσι κι αλλιώς όπως όλα τα μεγάλα έργα. Γι αυτό είναι μεγάλο. Μένει λοιπόν ο τρόπος με τον οποίο το προσεγγίζουμε. Αν μπορούμε κι αν θέλουμε να αντιληφθούμε πόσο τρομακτικά επίκαιρο είναι και πόσο μας αφορά άμεσα και επιτακτικά. Η νοηματοδότησή του από τους 5 παρουσιαστές είναι παρούσα στην παράσταση εξ αιτίας της α-σύνειδης πρόθεσής μας να απομακρύνουμε τις επώδυνες αλήθειες του μύθου σε μία περιοχή που φαίνεται σαν να μη μας αφορά. Γι αυτό ο μύθος είναι δίκοπο μαχαίρι. Από την μία πλευρά κρύβει τον θησαυρό που εγγυάται την εξέλιξή μας, αν καταφέρουμε να τον ανακαλύψουμε και να τον οικειοποιηθούμε, και από την άλλη αυτός ο ίδιος ο μύθος, με τις άπειρες αλήθειες που εμπεριέχει, είναι κλειδωμένος και φυλάσσεται από έναν κέρβερο.

Ποιος είναι αυτός ο κέρβερος; Η τάση του ανθρώπου να απομακρύνει έξω από αυτόν, να αντι-κειμενοποιεί αυτό που τον αφορά υποκειμενικά, ώστε να μην αναλαμβάνει την ευθύνη της εσωτερίκευσης του α-ληθινού. Γιατί αυτή η ευθύνη τον τρομάζει. Αυτή η ευθύνη σε αναγκάζει να κινηθείς. Το επιτάσσει. Επομένως η μυθο-ποίηση απαλλάσσει από την ευθύνη. Είναι εκεί – έξω από μας, ένας ήρωας που τον θαυμάζουμε, ή κάποιος δυστυχής που όμως δεν είμαστε εμείς – ή κάποιος εγκληματίας που είναι «άλλος». Αλλ’ όπως λέει και ο Σαίξπηρ στην σκηνή του θεάτρου μέσα στο θέατρο «εμάς τι μας αφορά; Το πληγιασμένο παλιάλογο ας μυγιάζεται. Το δικό μας το ραχοκόκκαλο είναι απείραχτο». Γι αυτό και εγώ ρωτώ: Ποιο φιλοθεάμον κοινό; Εξαρτάται πώς διατίθεται να εννοήσει το επίκαιρο. Τι έρχεται να δει και με ποιες διαθέσεις. Η μπάλα εδώ πετιέται στην εξέδρα.

Ποιο το βαθύτερο μήνυμα που θέλει να περάσει η παράσταση;

Η παράσταση όπως ήδη σας είπα, θέλει να κάνει τον θεατή να αντιληφθεί τον μύθο σαν κάτι που αφορά τον ίδιο. Το φάντασμα που εμφανίζεται στην αρχή του έργου έρχεται για να διαμηνύσει ότι κάτι δεν πάει καλά, κάτι είναι σάπιο και αυτό πρέπει να το ανακαλύψει κανείς και να δράσει ανάλογα. Πρέπει κανείς να ακούσει καλά το φάντασμα. Αλλά η φωνή του δεν είναι για όλους προσβάσιμη. Απαιτεί εσωτερική ακοή. Πολλοί θεατές παρατήρησαν ότι η φωνή του φαντάσματος δεν ακούγεται καθαρά στην πλατεία. Αυτή ακριβώς είναι η πρόθεσή μου και ένα μήνυμα προς τον θεατή. Ναι, δεν ακούμε καλά.

Δεν έχουμε πρόσβαση στη «φωνή». Πρέπει να στήσουμε αυτί. Να πάρουμε μία εσωτερική στάση. Να συμπεράνουμε μέσα από σπαράγματα φωνής ό,τι διαμηνύεται και αυτό συνεπάγεται προσπάθεια, να ενώσεις τις χάντρες των νύξεων σε μία είδηση που λέει κάτι σε σένα, αλλά η φωνή αυτή στην αρχή είναι άτολμη. Θέλει όλη τη δύναμη της προσοχής και της εγρήγορσής σου. Πρέπει ο θεατής να γίνει ο Άμλετ. «Τι;» ρωτά ο Άμλετ. Βλέπετε, δεν ακούει καλά. Προσπαθεί να ακούσει. Δεν του έρχεται η φωνή πιάτο σε στρωμένο τραπέζι. Η σκηνοθεσία δεν πρέπει να κάνει εύπεπτο το υλικό της. Πρέπει να μάθει τον θεατή να μασά καλά και να χωνεύει ο ίδιος. Πρέπει να ρισκάρει να γίνει δυσάρεστη για τον καλομαθημένο θεατή που αποτελεί ένα «φιλοθεάμον» κοινό. Να τον κάνει ενεργό και όχι παθητικό.

Αν και προσπαθώ να κάνω προσβάσιμη την παράσταση και στον ανυποψίαστο, ωστόσο από την άλλη πλευρά στόχος μου είναι η ενεργοποίηση του θεατή και η εκπαίδευση σε ένα ανοίκειο ίσως είδος θεάματος που θέλει την κινητοποίησή του, τη δική του συμμετοχή. «Δεν ακούμε καλά». «Εύγε! Το ανακαλύψατε». Αυτό είναι μια πολύ καλή αρχή και το μυστικό του προβλήματος.

Μέσα από την επιτυχημένη σας πορεία στο χώρο, ποια θεωρείτε ότι είναι η δυναμική που έχει το θέατρο στην εποχή μας και ποια τα περιθώρια εξέλιξης του;

Η δυναμική του θεάτρου, παρά τα όσα λέγονται γι αυτήν, είναι ακόμα εν πολλοίς άγνωστη. Πολλά πειράματα γίνονται διεθνώς. Αλλά σε ποιον άξονα; Κανονικά το θέατρο θα έπρεπε να είναι η κολυμπήθρα μέσα στην οποία ενώ μπαίνουμε ανάπηροι, βγαίνουμε υγιείς. Θα έπρεπε να έχει την θεραπευτική και θαυματουργική δυναμική αυτής της κολυμπήθρας.

Αλλά δεν την έχουμε. Τα νερά είναι θολά, και ποιος μπορεί κολυμπώντας σ’ αυτήν να ιαθεί. Ο καλλιτέχνης σήμερα έχει βαριά ευθύνη. Πρέπει να αποκαταστήσει τα νερά αυτά. Αν ένας γιατρός κάνει πειράματα σε επισφαλείς άξονες ο ασθενής πεθαίνει. Και αυτό θεωρείται κάτι πολύ σοβαρό και είναι, πράγματι. Γιατί στον καλλιτέχνη όλα επιτρέπονται; Δεν πρόκειται δηλαδή εδώ για μία επιστήμη το ίδιο αν όχι περισσότερο σοβαρή και αυστηρή;

Ο γιατρός απαγορεύεται να «παίζει» με τη σωματική μας ακεραιότητα. Ο «καλλιτέχνης» πόσο επιτρέπεται να παίζει με την ψυχική και πνευματική αρτιότητα; Υπάρχουν όρια; Και ποια είναι αυτά; Ιδού ένα ερώτημα. Ας αναρωτηθεί ο καθένας. Ή μήπως η ψυχή, το πνεύμα δεν είναι οργανισμός με δομή τέτοια που απαιτεί ανάλογη τροφή και ιαματική παρακολούθηση; Που απαιτεί με τον ανάλογο σεβασμό μία προσέγγιση;

Τα περιθώρια επομένως της δυναμικής που έχει το θέατρο στην εποχή μας εξαρτάται από την ποιότητα των απαντήσεων που δίνουμε σε αυτά τα ερωτήματα. Μας ενδιαφέρει απλά το χειροκρότημα του θεατή που ανεβάζει το κασέ μας;  Ή ο ίδιος ο θεατής; Ο καλλιτέχνης είναι ένας ιεροφάντης που καλύπτεται κάτω από τον μανδύα της αφάνειας για να κινήσει με ασφάλεια τα νήματα της κατανόησης και εν συνεχεία της μεταμόρφωσης του θεατή. Και, όπως κλείνει ο Άμλετ: «όλα τα άλλα είναι σιωπή».

Με αφορμή τη γενικευμένη κρίση των τελευταίων ετών στη χώρα μας, ποιος πιστεύετε ότι είναι ο ρόλος που κατέχει η τέχνη και ποια τα αποτελέσματα της;

Εξαρτάται από το αν η Τέχνη είναι μια εικόνα της κρίσης (πράγμα αναπόφευκτο ως ένα μεγάλο βαθμό) ή αν αποτελέσει εμβρυουλκό για τη γέννηση μιας νέας αντίληψης που με το βάθος της και το εύρος των διαπιστώσεών της μας οδηγήσει σε άλλες εκτιμήσεις της κλίμακας των αξιών μας.

Αυτό όμως απαιτεί οι άνθρωποι του πνεύματος να μην αφίστανται από την Τέχνη. Να μη την εγκαταλείπουν αδιάφοροι γι αυτήν, βορά στα σαγόνια της εμπορευματικοποίησης, των κυνηγών της εύκολης και ανώδυνης «επιτυχίας». Πολλοί θέλουν να ασχολούνται με την Τέχνη παίζοντας και προβάλλοντας τον εαυτό τους, αλλά ελάχιστοι την υπηρέτησαν και την υπηρετούν αληθινά. Γιατί η Τέχνη είναι μια πολύ ιδιαίτερη επιστήμη, με νόμους αυστηρούς όπως και η ίδια η Φύση. Η ίδια η Δημιουργία. Αν δεν τα μελετήσει αυτά κανείς σε βάθος θα είναι ένας ερασιτέχνης. Και το χειρότερο: τα κριτήρια του κοινού θα υποβαθμίζονται σε βαθμό επικίνδυνο.

Η Τέχνη ακόμα δεν έχει πει την τελευταία της λέξη όσον αφορά τον λόγο της στην πνευματική πρόοδο του ανθρώπου. Στέκεται παράμερα και περιμένει αθόρυβα και γι αυτό, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα, θεωρήθηκε εχθρός από τους εχθρούς της αληθινής πνευματικής προόδου. Το πρόσωπό της σκιάστηκε, αμφισβητήθηκε, πέρασε από ιερές εξετάσεις, θανατικές καταδίκες, παρανοήσεις, γλοιώδεις λογοκρισίες και ωστόσο παραμένει κρυμμένη, αθέατη σχεδόν και περιμένει… περιμένει…

Ποιος θα της δώσει το χέρι του; Ποιος προσκυνητής θα γονατίσει μπροστά της και θα της ορκιστεί την αιώνια αφοσίωσή του; Ποιος εραστής θα θυσιαστεί γι αυτήν; Κι όμως αυτή μας έσωζε πάντα. Ανάσταινε τις εποχές και μας έβγαζε από τις κρίσεις. Και πάλι κρυβόταν…

Μία εποικοδομητική και ουσιαστική συζήτηση γεμάτη τέχνη και θέατρο. Σας ευχαριστώ θερμά για την κουβέντας μας κυρία Κορνηλίου. Σας εύχομαι τα καλύτερα!

Δείτε ακόμη:

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ:

Δείτε ακόμα:


Ακολουθείστε το Koitamagazine.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα καλλιτεχνικά νέα!

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο instagram



Προηγούμενο άρθροΓιώργος Μπανταδάκης: «Το θέατρο αποτελεί τη βάση των ηθοποιών»
Επόμενο άρθροΜάνος Παπαγιάννης: «Η κρίση έχει επηρεάσει θετικά το θέατρο»