Αρχική ΘΕΑΜΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ Είδαμε: “Atomic Blonde” με τη Σαρλίζ Θερόν

Είδαμε: “Atomic Blonde” με τη Σαρλίζ Θερόν

Coldest City, The

«Remember, trust no one», συμβουλεύει ο πράκτορας της CIA την πράκτορα της MI6 Λορέιν Μπρότον, κι εμείς περιμένουμε να δούμε πόσο άψογα η θηλυκή 007 θα φέρει εις πέρας τη δύσκολη αποστολή της: ξεκινώντας με αναδρομική αφήγηση στο γραφείο των ανωτέρων της, ύστερα από τη δολοφονία του συνεργάτη της Τζέιμς Γκασκόιν στέλνεται στο Βερολίνο με σκοπό να ανακαλύψει μια λίστα με τα ονόματα διπλών πρακτόρων.

Φυσικά, η σημασία των πληροφοριών της δημιουργεί άπειρους εχθρούς. Εκεί, θα συναντήσει τον Ντέιβιντ Πέρσιβαλ (James McAvoy) που γνωρίζει την πόλη απ’ άκρη σ’ άκρη, ενώ η αμφιλεγόμενη παρουσία του θα τη θέσει σε νέους κινδύνους.

Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν το 1989, με φόντο την εποχή της πτώσης του Τείχους και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Ο πρώτος αντίπαλος εξοντώνεται με μια κόκκινη γόβα στιλέτο. Έκτοτε, η Λορέιν – όταν δεν κρατά στα χέρια της είτε τσιγάρο είτε μια Stoli on the rocks  – χρησιμοποιεί ό,τι βρεθεί μπροστά της: περίστροφα, σκοινιά, έπιπλα, her bare hands προκειμένoυ να βγάλει από τη μέση οποιονδήποτε της σταθεί εμπόδιο.

Σκηνοθετικά ο Ντέιβιντ Λιτς πλάθει ημιφωτισμένα πλάνα, γκρίζα τοπία και χλωμό φως, όπου χρωματικά συχνά υπερισχύει το μπλε και το κόκκινο. Εμφανείς είναι δε οι επιρροές της αισθητικής Ταραντίνο. Οι σκηνές πάλης είναι καλογυρισμένες και δουλεμένες με λεπτομέρεια. Ορισμένες τραβούν σε μάκρος περισσότερο από το φυσιολογικό χάνοντας ένα μέρος από την αληθοφάνειά τους, όμως η σαρωτική superwoman Σαρλίζ Θερόν δεν φαίνεται να πτοείται. Ιδανική στον ψύχραιμο (και ψυχρό), σκληροπυρηνικό και αισθησιακό ρόλο της μετατρέπει την ταινία σε solo show χωρίς να διστάζει να τσαλακώσει την εικόνα της ξανά και ξανά.

Κι επειδή μέσα στην όλη δράση δεν θα μπορούσε να λείπει εντελώς το ερωτικό στοιχείο, η Γαλλίδα πράκτορας Ντέλφιν αναλαμβάνει να αναπληρώσει το κενό.

«So you made contact with the French operative?», ρωτά ο πράκτορας Γκρέυ. «Obviously», απαντά η Λορέιν, κάνοντας τον θεατή να χαμογελάσει με το λογοπαίγνιο.

Στα αρνητικά το σενάριο που κάπου μπερδεύει με τα πολλά ονόματα, τις διπλές ιδιότητες, τις κατασκοπείες και τις ανατροπές θολώνοντας τη συνοχή, με αποτέλεσμα το κοινό να μην τολμά να πάρει τα μάτια του από την οθόνη ούτε λεπτό για να μην χάσει την παραμικρή πληροφορία. Δευτερευόντως, οι χαρακτήρες ίσως θα χρειάζονταν περισσότερο βάθος και πληρότητα.

Το επιτυχημένο soundrack της ταινίας κάνει τις νότες να χορεύουν στον ρυθμό της βίας ζωντανεύοντας παράλληλα μουσικές και καλλιτέχνες σταθμούς της εποχής – David Bowie, George Michael, Marilyn Manson, The Clash, Tyler Bates.

Το μόνο που μένει πλέον να δούμε είναι αν η μέχρι στιγμής θετική υποδοχή που είχε εν γένει η ταινία, θα αντέξει σε ένα μελλοντικό sequel.


Ακολουθείστε το Koitamagazine.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα καλλιτεχνικά νέα!

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο instagram



Προηγούμενο άρθροΕίδαμε: “Ο χιονάνθρωπος”
Επόμενο άρθροΚριτική βιβλίου: “Το διώροφο της Τσιμισκή”
Είναι πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (τμήμα Φιλοσοφίας-Παιδαγωγικών-Ψυχολογίας) και συνέχισε τις σπουδές της στο Κέντρο Εκπαίδευσης Μεταφραστών «γλωσσολογία». Συνεργάστηκε με ιστοσελίδες Εναλλακτικής Δράσης και Ψυχολογίας στον τομέα της μετάφρασης και με τις καλλιτεχνικές ιστοσελίδες Mindradio, Culturenow και Fermou-Art στον τομέα κριτικής θεάτρου, κινηματογράφου και βιβλίου. Πλέον αρθρογραφεί στο περιοδικό Koita Magazine.