Που να ήξερες Βίκτωρ πως τίποτα δεν άλλαξε από τον 17αιώνα και να που βρισκόμαστε ξανά εδώ , ύστερα από τέσσερις αιώνες να κάνουμε κύκλους γύρω από μια αιωρούμενοι σφαίρα , μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται ενώ οι ψυχές σκουριάζουν , μουχλιάζουν και μαραίνονται στην εξαθλίωση της εκάστοτε κοινωνίας .
Σε μια ασπρόμαυρη εικόνα που ποδοπατήθηκε , που ταξίδεψε σε πολιτισμούς και χώρες αναπτυγμένες και μη , ο Ουγκώ παραμένει διαχρονικός και οι «άθλιοι» είναι οι ίδιοι άνθρωποι που χάνονται στο πλήθος έξω από το μετρό , στα παγκάκια , παγωμένοι από το κρύο , στους σκοτεινούς δρόμους που όλοι τρώνε για να μην τους φάνε και στις δικές μας ψυχές που χανόμαστε σε κολλάζ δυστυχισμένων προσώπων , πολιτικών και κρατών που επανέρχονται στον ίδιο παλμό με το 1789 της γαλλικής επανάστασης και του 1821 της ελληνικής .
Δεν έχουν σημασία οι σελίδες όσο το θλιμμένο πρόσωπο του εξωφύλλου , ένα αδύνατο και χλωμό κορίτσι με μια μοίρα καταδικασμένη , να πεινάει , σαν παιδί να μην έχει μια κούκλα να παίξει και σαν μεγάλη φίλες να σεργιανίζει στις πλατείες , να αγαπά , να μαθαίνει να διδάσκει και να διδάσκεται μέσα από την ζωή . Η μητέρα της πέθανε με την ελπίδα να την δει , να μυρίσει και να αγκαλιάσει την κορούλα της που την άφησε στα χέρια πραγματικών «Αθλίων» . Δεν ξέρουμε κατά πόσο άθλιος ήταν ο ανθρωπάκος ή ο «ανθρωποφάγος» .
Κάποιοι φτωχοί ψυχικά και σωματικά πουλάνε ψυχές και σώματα για δύο δεκάρες και κάποιοι για μια νέα ζωή , για την κόρη τους , για την μετάνοια , ζουν κυνηγημένοι έως τον θάνατο , ο Γιάννης Αγιάννης δεν ήταν άθλιος αλλά ένας «άθλος» . Σημασία δεν έχει πόσους θα κάνεις ευτυχισμένους , δεν έχει νόημα πόσους θα σώσεις από την μοίρα τους αλλά ποιόν από τον βάλτο θα τραβήξεις και θα τον αφήσεις μόνο του να περπατήσει . Γιατί όποιος κι αν είσαι έχεις δικαίωμα να αλλάξεις .
Εδώ κοιμάται . Αλλόκοτη του στάθηκε η μοίρα .
Έζησε σε μια θείας αγάπης πλημμύρα
Και πέθανε σαν έχασε τον άγγελο του .
Έτσι έσβησε -σαν νύχτα που ‘ρχεται- το φως του.~ Βίκτωρ Ουγκώ
Μια εναλλαγή εικόνων μεταξύ πολέμου , αγάπης , φτώχειας και ανθρωποκυνηγητού δίχως τέλος . Δεν ξέρουμε κατά πόσο το “Happy end” είναι μια παρομοίωση της πραγματικής ζωής , των υπόγειων κόσμων που ζούμε . Δεν ξέρουμε κατά πόσο είναι δυνατό ένα μυθιστόρημα να αλλάξει τον κόσμο , ξέρουμε όμως πως ο Ουγκώ φεύγοντας άφησε τα τελευταία λόγια του και αυτά μέσα από μια απόχρωση σκοτεινού και φωτεινού κόσμου , με τον παράδεισο να αναδύεται μέσα από την κόλαση .
Τόσο ελκυστικό , με ιστορίες ηρώων αποκομμένες και ύστερα με μια τραβηγμένη γραμμή να μπλέκονται στην ίδια μοίρα .
« Είμαστε ευτυχισμένοι επειδή είμαστε καλοί ή είμαστε καλοί επειδή είμαστε ευτυχισμένοι ; » .
Μόνο αυτό αναλογιστείτε .