Ο ηθοποιός Πάνος Τσαλιγόπουλος, μας μιλάει για μία από τις φετινές του θεατρικές στιγμές, αυτή του ”Φορτουνάτου” , του Μάριου Αντώνιου Φώσκολου στο Θέατρο Μπρόντγουαιη, από τον Θίασο Αδράχτι σε διασκευή-σκηνοθεσία Γιώργου Παπαευσταθίου.
Στην παράσταση υποδύεται τον ρόλο του Μποζίκη.
Ο Μποζίκης είναι ο υπηρέτης του γιατρού Λούρα, ο οποίος επιδιώκει να κερδίσει το χέρι της νεαρής Πετρονέλλας, μπαίνοντας εμπόδιο στον έρωτά της με τον Φορτουνάτο. Ο Μποζίκης είναι πονηρός (ενίοτε κουτοπόνηρος), τεμπέλης, καλοφαγάς, αυθάδης – όμως τα βασικά του κίνητρα είναι αγνά: η αγάπη κι η έγνοια του για το αφεντικό του (αλλά και το φαγητό). Ετοιμόλογος, αεικίνητος επί σκηνής, σχολιάζει την κάθε γελοία κίνηση του αφέντη του, όχι για να τον μειώσει αλλά για να τον κάνει να καταλάβει τα λάθη του.
Είναι ένας πολύ αβανταδόρικος ρόλος, γραμμένος με πολύ κέφι και αγάπη από το Γιώργο, που προσφέρει γέλιο και ελαφράδα στο κοινό. Μαζί με την Κυρά Πετρού, την προξενήτρα (που υποδύεται ξεκαρδιστικά η Όλγα Πρωτονοταρίου) αποτελούν τα κωμικά στοιχεία της παράστασης. Σαν Μποζίκης μάλιστα έχω την ευκαιρία να “σπάω” συνέχεια τον λεγόμενο τέταρτο τοίχο και να παίζω και με το κοινό, κάτι που δίνει στο ρόλο μου μια ακόμα ενδιαφέρουσα δυναμική. Όταν λοιπόν ο ρόλος συναντά την ανταπόκριση του κοινού γίνεται για μένα που τον υποδύομαι πρωτόγνωρη απόλαυση.
Η συνεργασία με τον Γιώργο Παπαευσταθίου και η προσαρμογή στον ρόλο
Με το Γιώργο είναι η δεύτερη χρονιά που συνεργάζομαι στο Θίασο Αδράχτι, αλλά η πρώτη που μου εμπιστεύτηκε έναν τόσο κομβικό ρόλο (αφού στον “Τρομάρα” πήγα ως αντικατάσταση για ένα μικρότερο ρόλο). Δεν ήταν καθόλου “πάνω μου” ο ρόλος ή τουλάχιστον έτσι μου φαινόταν εμένα. Οι πρώτοι δύο μήνες των προβών ήταν μαρτυρικοί για μένα – και για το σκηνοθέτη μου εδώ που τα λέμε. Να φανταστείς κάποια στιγμή ρώτησα το Γιώργο γιατί μου έδωσε τον καλύτερο ρόλο του έργου αντί να τον πάρει ο ίδιος. Ευτυχώς για μένα επέμεινε, και με τις οδηγίες του, τις προτροπές του, και αρκετό “ξύλο”, κατάφερα να βγάλω αυτό που είχε ο Γιώργος στο μυαλό του. Με το Γιώργο εστιάσαμε πολύ στη σωματικότητα του ρόλου και την “ενέργειά” του. Με το που σιγουρεύτηκα ότι είχα πιάσει “τη βάση” του ρόλου, σταδιακά αφέθηκα κι ο ρόλος έγινε πλέον απόλαυση για μένα – και μπόρεσε να πάρει τις σωστές διαστάσεις του.
Εξακολουθεί να είναι όμως ένας ρόλος επικίνδυνος γιατί ακροβατεί ταυτόχρονα σε πολλά επίπεδα: είναι ο ρόλος που έχει τις μεγαλύτερες αναφορές στην Commedia dell’ Arte αλλά δεν πρέπει να βγει “Αρλεκίνος” ούτε να είναι ξένο σώμα ως προς την υπόλοιπη παράσταση. Είναι σχεδόν ο μόνος ρόλος που συνομιλεί με το κοινό, αλλά κι αυτό πρέπει να το κάνει χωρίς να διακόπτει τη ροή των υπολοίπων ρόλων. Είναι προπέτης αλλά δεν πρέπει να βγαίνει κακός, είναι αθώος αλλά όχι κουτός, είναι ένας ρόλος “μεγάλος” σε κινήσεις, λόγο και διάθεση αλλά δεν πρέπει να ξεπερνάει το μέτρο της κάθε σκηνής. Άσε που είναι Κεφαλλονίτης αλλά δεν πρέπει να κάνει και “μπαμ” ότι δεν είναι από το νησί της Κρήτης… με άλλα λόγια είναι ένας ρόλος που ποτέ δεν μπορεί να παιχτεί