Αρχική ΘΕΑΜΑ ΡΕΠΟΡΤΑΖ Ο χορός της Φόνισσας και το άμετρο σάλεμα της ψυχής που σείεται...

Ο χορός της Φόνισσας και το άμετρο σάλεμα της ψυχής που σείεται στο κυνήγι των ερινυών

Ηχεί και καλπάζει στο κύμα της ψυχής το νανούρισμα της, το μοιρολόι της, στο προσκεφάλι του νεογνού, του νωπού μωρού, μιας θυγατέρας ακόμη καταραμένης στην αρρώστια, στην ανία, από την ανάδυση της, στα σπλάχνα της μάνας που αποκόβονται πίσω από το λευκό πανί και τις ζοφερές, κακάσχημες μορφές που οδύρονται και σπαράζουν και αγροικούν και αγριοκλαίνε στον βωμό της μοίρας, στην λαιμητόμο, στο σφαγείο των αμαρτωλών.

Κόβεται η ανάσα του μωρού, ακούω, όχι, αισθάνομαι πως ολίγο ολίγο ξεψυχά στα γεννοφάσκια του, σε μια κούνια που βαθαίνει στον αδύναμο παλμό του θανάτου, της κατάλυσης, μιας γραίας που στέκεται απάνω του και τραγουδεί και μνημονεύει και σπρώχνει τα χέρια της βαθιά στο λαρύγγι, και σφίγγει και αποπνίγει τον κλοιό της ζωής…

… κόπτει της ανάσες, τις παράσιτες ανάσες, με κλάματα και ουρλιαχτά μωρού να χάνονται, σαν αποκοιμηθεί στο αιώνιο κοιμητήριο, σε μια κούνια που μεταμορφώνεται σε έναν μικρό επιτάφιο.

Μία, όχι, όχι, ψεύδεται και εσείς πλανάστε, δύο Φόνισσες, τρεις Φραγκογιαννούδες, όχι, είναι, είναι τέσσερα τρομερά, στην φοβέρα μασκοφορεμένα, πλάσματα, με τις μαντήλες του πένθους, γυναίκες που παίζουν το παιχνίδι του ανήλεου εκτελεστή, να κουνούν την κούνια και να στραγγαλίζουν, να κουνούν την κούνια και να ακούν τη «θεία επιθυμία» και ύστερα να σπαράζουν τα σώματα, να παθαίνουν επιληψίες στο μαύρο πάτωμα της σκηνής, στη μορφή που ο Παπαδιαμάντης χάραζε, μελανογραφούσε στις ψυχογραφημένες σελίδες που φώναζαν, που τραβούσαν τη χολή τους και την ξεχείλωναν στην πένα του που έσταζε αίμα, που το λέκιαζαν κηλίδες, από θανάτους που εκτέλεσε στυγνά, απάνθρωπα, σε μια κτηνωδία η Φραγκογιαννού, η Φόνισσα που έπλασε ο Παπαδιαμάντης και την πατίκωσε με ορμή στο κατάλευκο, αέναο χαρτί του, σε μια σκηνή, σε ένα κλουβί, να χορεύουν, στην παραζάλη να σέρνονται, να τρέχουν, να μην βαστούν, να ανορθώνουν τα κορμιά τους, να σείονται ξανά στο έδαφος, στο ένα πρόσωπο μιας γυναίκας.

Ένα έργο κατάρα και συνάμα ευλογία, αναδυόμενο, εκμαιευμένο από τον παντοτινό και αιωνίως αθάνατο συγγραφέα. Πάνω στις στάλες του δηλητηρίου πάτησαν στα μικρά τους δάχτυλα οι θηλυκές μορφές της αρένας, εκείνης που μεταλλάχθηκε σε μια μαγεία, σε μια υπέρμετρη και εξουσιαστική στο σώμα και τη ψυχή μαγεία της μουσικής, του χορού που ταρακουνούσαν ωσάν τρελές τις κόρες των ματιώνε.

Τα πράγματα φρικιάζουν, οι οντότητες σε εκείνο εκεί δα, το σημείο, αυξάνονται με τους θανάτους που παράτολμα εκτελεί στο όνομα του Θείου η Φόνισσα, είναι κουρελιασμένα ανθρωπόντα, που αντικατοπτρίζουν την ερινύα που σπέρνει τον αποτροπιασμό και τον φόβο σε εκείνον που αμφιταλαντεύεται στην ενάρετη πράξη ή το αμάρτημα.

Με τα πέλματα τεντωμένα, με τα κορμιά φουσκωμένα στην εκστατική ανάσα που ωθεί στην αποτίναξη των σωθικών, στις ορθές γάμπες και στο σώμα που βασανίζεται, που τραβά προς τα κει, προς τ’άλλου, αγκαλιάζει το σανίδι, κυλά στους τοίχους. Η ομάδα χορού “Υπέρ Ορίων” σπαρτάρησε στο βαθυστόχαστο, βαρύτονο και ψυχοφθόρο έργο αυτό του Παπαδιαμάντη, με την αναπαράσταση, με τη ροή, το ρεύμα τους, να καταλύουν τα συναισθήματα, να πλάθουν την πλοκή και να παρηγορεί ο χορός, αυτή η ένταση και ο αναβρασμός της ανάσας που όσο δυνάμωνε, ο πολυμελής αυτός χορός και των ερινυών και της Φόνισσας δεν στάθηκαν, δεν επαναπαύτηκαν στον ρόλο του φιδιού ή του πουλιού που σέρνεται, που φτερουγίζει στο στρώμα του έργου. Οι βουβές εκφράσεις, οι σταγόνες πόνου των ματιών τους, αυτή η ενσάρκωση και η βύθιση στο έγκατο του κορμού του έργου, ήταν τόσο «ενοχλητική», ναι, γιατί κάτι στη συνείδηση περιπλεκόταν, η μουσική σύνθεση του Μπάμπη Νίκου τρύπωνε και γρατζουνούσε ακόμη πιο πολύ το ερέθισμα που προκαλούσε αυτή η χορο-παραστατική εκτέλεση-κατάθεση, με την παραδοσιακή ηχητική κάλυψη του έργου, το νεοκλασικό απόδημα, με τις πιο απαλές και δραματουργικές κατευθύνσεις, καπάκωνε όλη αυτή την εναρμόνιση.

Τεκμηριώνοντας-διαπιστώνοντας και εμπεριστατώνοντας τις λεπτές κινήσεις, τις πιο άγριες, τον συνειρμό και τον συντονισμό στην εφαπτόμενη πλοκή, στις άκρες και στο κέντρο, δύο άτομα που σχημάτισαν αυτή τη παραβολή με τις ερμηνευτικές τους συντεχνίες ήταν ο Θανάσης Κουρλαμπάς στον ρόλο όλων των προσωποποιημένων ανδρών που πέρασαν από τη ζωή της Φόνισσας, εκείνου του βίαιου, του καταλυτικού για τη ψυχή και την ανάλυση των πεπραγμένων, δίχως να μιλά, δίνει την εικόνα του τιμωρού, του άνδρα που μοιάζει με τον οιωνό, τον κακό, αλλά στην παντομίμα του και την ορθή κίνηση των σκιών, και των βημάτων που έπρεπε να παραλληλίσει με εκείνες του χορού από πίσω του, ήταν κάτι που ομολογουμένως με εξέπληξε ως προς την τεχνική.

Σε έναν διαχυτικό ήχο που βγαίνει τόσο αβίαστα και βοερά από την χολή του Πέτρου Γούτη, «Φόνισσααα, Φόνισσααα», η αφηγηματική του πινελιά, το να υποδυθεί τον Παπαδιαμάντη μέσα από τα έργα του, να τα διαβάζει σε έναν τόνο που δημιουργεί και μιαν αναγαλλίαση στο μνημονικό του συγγραφέα, όμως και έναν οξύ καθηλωτικό γδούπο στο εσωτερικό μας, που ξέφευγε από τον χορό και μας έσερνε στην πλοκή, μας πέταγε ύστερα ξανά στον χορό και όλη αυτή η εναλλαγή, ήταν υπέρ του, καθώς απέδωσε και δικαίωσε τον ρόλο με το κατάλληλο ηχόχρωμα, με την πλήρη συνειδητοποίηση των δικών του καθηκόντων επί σκηνής, τα οποία έφερε και εις πέρας.

Σκόπιμα έφτασα ως το τέλος μη αναφερόμενη στην Δέσποινα Γιαννάτου, με την σύλληψη, την σκηνοθεσία και την χορογραφία πάνω σε αυτό τον πολύχρωμο, πολυσύνθετο και συναισθηματικά συνεπαρμένο έργο, με πράξεις βεβαίως, σε μια ιδέα αρκετά δύσβατη στην ανάβαση καθώς απαιτούσε συγκέντρωση, χρόνο, δημιουργικότητα, φαντασία, επαγγελματισμό, προσοχή σε κάθε λεπτομέρεια, με σπουδαιότερη την ενοποίηση θεάτρου και χορού, με τις εκρήξεις της αλλά και τους ήπιους τόνους και ξανά, και ξανά, διαστέλλοντας και αποστέλλοντας το συναίσθημα δίχως τέλος, η μαεστρία της άγγιξε με το ραβδί της κάτι εσώψυχο.

«…μεταξύ της θείας και της ανθρώπινης δικαιοσύνης», η Φραγκογιαννού παρεδόθη στον θάνατο και εμείς, με το μαύρο της αυλαίας, σκεπαστήκαμε για λίγο με το έντονο συναίσθημα των όσων βιώσαμε…

Σκηνοθεσία-χορογραφία: Δέσποινα Γιαννάτου

Μουσική σύνθεση: Μπάμπης Νίκου

Σκηνικά: Ντέιβιντ Νεγρίν

Κοστούμια: Χριστίνα Μπακαλοπούλου

Φωτισμοί: Ντέιβιντ Νεγρίν

Διανομή:

  • Πέτρος Γούτης (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)
  • Θανάσης Κουρλαμπάς ( Άνδρας )

Ομάδα χορού «Υπέρ Ορίων»:

  • Θάλεια Μελισσαράτου (Φόνισσα)
  • Σοφία Κρανιά (Φόνισσα)
  • Εμμανουέλα Αλεξανδρινάκη (Φόνισσα)
  • Ανθή Κακουλίδου (Φόνισσα)
  • Παντελής Πάγκαλος, Κωνσταντίνος Χαραλαμπόπουλος, Ειρήνη Καφρίτσα (ερινύες)

Φόνισσα

Θέατρο Αλκμήνη  | Αλκμήνης 8 | Γκάζι | 2103428650

Kάθε Κυριακή στις 20:15,  έως 17/12/2017

Διάρκεια: 65’ (χωρίς διάλειμμα)

Προπώληση εισιτηρίων: 10€

Γενική είσοδος 12€, μειωμένο 10€ ( άνεργοι, φοιτητές, ατέλειες)

 


Ακολουθείστε το Koitamagazine.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα καλλιτεχνικά νέα!

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο instagram



Προηγούμενο άρθροΤι να μην περιμένεις από τους άλλους, ανάλογα με το ζώδιό σου!
Επόμενο άρθροΦΩΤΟ: Δείτε πως είναι σήμερα ο μικρός Ταρούσα από τους “Ατρόμητους”