Αρχική ΘΕΑΜΑ ΡΕΠΟΡΤΑΖ Ένα παιχνίδι που… δεν έληξε ποτέ – μια πάλη διαιτητών – Καυκαλήθρες...

Ένα παιχνίδι που… δεν έληξε ποτέ – μια πάλη διαιτητών – Καυκαλήθρες με πατάτες στον φούρνο

Στο πρώτο σφύριγμα όλοι θα πέσουν σιωπηροί στο κέντρο της αρένας, με τις στάλες να κυλούν στα πρόσωπα τους, τον παλμό τους να ανιχνεύει για λίγη σιγή, για λίγη ελάττωση που θα δώσει κενά ανάσας, χαραμάδες απ’ όπου τα χείλη θα ξεβράσουν όλη την πνοή που κρατούσαν στο στομάχι όταν το παιχνίδι λεηλατούσε τα κορμιά τους.

Η κάθε μοναχική μοίρα τραβά στον ορίζοντα μια λευκή γραμμή, στο τετράγωνο αλείφουν το χορτάρι με το άσπρο χρώμα της παλέτας, και γύρω γύρω σείουν τα κορμιά τους και με μια σημαία που πότε κυματίζει στο οξύθυμο κόκκινο και πότε στο παρατεταμένο κίτρινο που πρεσβεύει τη σύσταση της προσοχής, σημάνουν το τέλος .

Στο κέντρο στέκονται άνθρωποι αμείλικτοι στον χλευασμό των κραχτών, των «ζώων» που ωρύονται στις κερκίδες της ήττας ή του θριάμβου. Όλα αλληγορούνται σε ένα γήπεδο ομήρων διαιτητών, ανθρώπων που χάνονται στο ζοφερό νέφος, πίσω από το κατασκέπασμα του “αθλητή” που τρέχει δίχως να πρωταγωνιστεί σε έναν αγώνα, που θωρεί την αλήθεια των κινήσεων και χάνει τη δική του πραγματικότητα, των παιδιών που σκάβουν ένα χάσμα με τον πατέρα που δεν είναι ποτέ εκεί, κάποιου νέου με αποτυχημένες ποιητικές ανησυχίες, του ανθρώπου που προδόθηκε από τον έρωτα, που επνίγηκε στο κρυστάλλινο ποτήρι του δηλητηρίου του, που η ζωή του άστατη, του έδωσε το προσωνύμιο του «Καπετάνιου» που το καράβι του σαλπάρει σε αγεωγράφητα νερά, προκαλώντάς του άλγος στο στομάχι και μια ανία, μια αναγούλα που ως το γέλιο μεσολαβεί η διαδρομή μιας ανέλπιστης αγάπης. Ίσως να είναι εκείνος που πληρώνει το τίμημα της καλοσύνης του, εκείνος που αφήνει το συναίσθημα και την πρωτόπλαστη αίγλη της αγάπης να κυριεύσουν εξολοκλήρου το σώμα και τη ψυχή του, με αποτέλεσμα να χαθεί στο ορίζοντα του γηπέδου, στον ατέρμονο ωκεανό.

Στο γέλιο που σπαρταρά στο σανίδι υποκρύπτεται το οξύ δάκρυ που ξεχειλίζει από τις κόρες των ματιών. Εκλέγω την δραματική υπόσταση της κωμικής αλληγορίας. Κωμωδία φερ ειπείν δάκρυ χαράς ή θλίψης; Όσο κι αν οι κοιλιές φουσκώσουν από το γέλιο, όσο κι αν τα σωθικά πλαντάξουν από την ευωδία που συνεισφέρουν οι ατάκες, στην ειλικρινή αποσυναρμολόγηση, προκύπτει μια ζωντανή, έμβια σκιά-μορφή ανθρώπων που κατατροπώνονται από τα πάθη τους, αδύναμα ή λόγω ανασφαλειών, στη σοφία τους καλυμμένα, δυνατά.

Κάποιος που νόμιζε πως το κύρος και η εξουσία σωρεύονται πάνω του, θαρρώντας πως το όνομα του ξακουστό στον κόσμο των διαιτητών, δεν θα μπορούσε να περιλουστεί με το μαύρο χρώμα, είναι ο διαιτητής που στην πίσω τσέπη του σορτς του κρατεί ασφαλισμένες τις δύο καθορίστηκες κάρτες του παιχνιδιού, εκείνες που θα τον ανορθώσουν στην όψη των φιλάθλων και των παικτών. Ύπουλη όμως η απάτη του γοήτρου του, ένα μικρό σκυλάκι, ο γλίτσας, θα βρίσκεται να καλύπτει τα νότα του, μόνο για να βρει την κατάλληλη στιγμή να βάλει τη τρικλοποδιά, και το κάνει, τόσο δόλια που θα δώσει μιαν ουσία βαθυστόχαστη στο έργο, με την προδοσία που εκκολάπτεται σε όλη του τη νοηματόδοση, την ζηλοφθονία, την εκμετάλλευση καταστάσεων, μόνο και μόνο για να μυρίσει το αίμα-τον ιδρώτα της εκδίκησης, εκείνης που χτυπά μονάχα πισώπλατα, μονάχα πισώπλατα.

Στην αφέλειά του, ο διαιτητής με το παρατσούκλι «καπετάνιος», θα βρεθεί έρμαιος δύο ανθρώπων φιλόδοξων, και δεν τους καταλαβαίνει, δεν αντιλαμβάνεται την κακία, μονάχα τη καλοσύνη της αγάπης. Πίσω από τα εντελώς αδόκητα αστεία του, που εισχωρούσαν καυστικά, σαρκαστικά στα περιπλανώμενα, στη σκηνή, συναισθήματα μας, ο καπετάνιος με τις καυκαλήθρες που του έφτιαχνε «εκείνη», κατέθεσε και μια λυπητερή φράση «Τίποτα δε διαρκεί αιώνια…» όμως εκείνος θα τη περίμενε έστω κι τόσο.

Μια παρθενογέννητη ιδέα από τον Zoltan Egressy, πως θα μπορούσε να περιπλέξει τον άθλο, την ποδοσφαίριση, με βαθιά, στοχαστικά νοήματα ζωής; Όσο ο χρόνος περνούσε, δεν ήταν ολωσδιόλου καθόλου αστείο πια, Zoltan, καθόλου αστείο. Ίσως, ένα αίνιγμα που θέλησε στη φαντασία του να συνεισφέρει ως διδαχή, να ήταν ο χλευασμός και η προκατάληψη προς τους διαιτητές που φέρουν το όνομα πολλών παρεξηγήσεων. Ίσως να, ίσως να ήθελε να αναφερθεί στον βανδαλισμό των οπαδών, τη βία, την κακεντρέχεια των ανθρώπων που δεν μπορούν να είναι φίλοι και συνάδελφοι ή απλώς δίκαιοι. Κι άλλα, και πολλά τεκμήρια γύρω από αυτό το εύθραυστο έργο, το οποίο αρκείται και υπερασπίζεται την πρωτοτυπία του. Ένα έργο που αν ξεψαχνίσεις ανάμεσα στις λέξεις του, στους διαλόγους και τους αντίλογους, θα δεις, θα ακούσεις και θα συνειδητοποιήσεις πως πρόκειται για ένα μοτίβο, μια «μπάμπουσκα», αυτή την λέξη επέλεξα, αν και αστεία, ήταν η επακριβέστερη για ένα έργο που ξετυλίγεται κι όλο και ξετυλίγεται και ομολογεί και μονολογεί όσα ο Zoltan στους ανθρώπους θέλει να πει.

Τη συγκρότηση αυτής της αλληλουχίας εκτέλεσε ο Μπάμπης Χατζηδάκης, ο άνθρωπος που σχημάτισε με τους κόμβους της σκηνής μια πυραμίδα, ένα τρίγωνο, με τον Σπύρο Σιδέρη, τον Αλέξανδρο Ζουριδάκη και τον Νεκτάριο Παπαλεξίου, τους οποίους «στράτευσε» και ύστερα τους άφησε ελεύθερους να τρέξουν, να σηκώσουν τις δικές τους σημαίες και να παραδοθούν σε αυτό που υλοποιεί η σκηνή, να μας κάνουν να γελάσουμε, πως; Κάποιος θα μπορούσε να είναι αμετάκλητος στο δράμα του, κι όμως, οι ερμηνευτές, οι ήρωες της σκηνής έπρεπε να τελέσουν αυτή την «προσταγή» με τον σαρκασμό και την κωμικοποιημένη δραματοποίηση των δρώμενων, να σε υποτάξουν στο κλάμα του γέλιου, με ιδιαίτερους  χειρισμούς, με απλές κινήσεις, και ψηφιδωτά τερτίπια που εισβάλλουν στην ψυχοσύνθεση των ηρώων, και εκπνεύσουν το γέλιο που εκμαιεύει στενοχώρια.

Υπό τον ήχο της αυλαίας «καυκαλήθρες στο φούρνο με πατάτες», που άπαξ και τον ακούσεις μια φορά θα αγκιστρωθεί στη λογολαλιά σου, σιγοτραγουδώντάς το στον δρόμο, στο μπάνιο, στον ύπνο ως μια συνειρμική μελωδία που σου προκαλεί λίγη ευτυχία, απλούς στίχους, που μπορεί να μοιάζουν αλλόκοτοι αλλά δίνουν τόση ευθυμία, που ξεχνάς τον λόγο που τους ακούς, ο Μπάμπης Χατζηδάκης, σε έναν αγώνα, σε ένα παιχνίδι που κρύβεται πίσω από τις περιγραφές, πίσω από τις πράξεις των ερμηνευτών, στέκεται με τη σφυρίχτρα στο στόμα, έτοιμος να κάνει νόημα πως ύστερα από τα οφ σαιντ και τον κόπο και τη κούραση των προβών, τώρα, αυτή τη στιγμή, πριν ο διαιτητής κάνει τη παρόρμηση και φανερώσει την κόκκινη κάρτα, τους λέει, έτοιμος να εκραγεί από περιφάνια και δικαίωση, πως, αυτή τη φορά ήταν «γκοοοόλ», ήταν γκόλ.

Συντελεστές

Διάρκεια: 90′
Συγγραφέας: Zoltan Egressy
Μετάφραση: Δημήτρης Ιωάννου
Σκηνοθέτης: Μπάμπης Χατζηδάκης
Σκηνικά: Κατερίνα Καμπανέλλη
Κοστούμια: Κατερίνα Καμπανέλλη
Μουσική: Γιούλι Δανιγγέλη
Ερμηνεύουν: Σπύρος Σιδέρης, Αλέξανδρος Ζουριδάκης, Νεκτάριος Παπαλεξίου

Εισιτήρια: Κανονικό:  12€
Μειωμένο: 8€
Ομαδικό: 8€

Τεχνοχώρος Φάμπρικα
Μεγάλου Αλεξάνδρου & Ευρυμέδοντος (Μετρό Κεραμεικός)
Τηλ: 210 3411651

 

 


Ακολουθείστε το Koitamagazine.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα καλλιτεχνικά νέα!

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο instagram



Προηγούμενο άρθροΩχ! Τι έπαθε το πρόσωπο της Αννίτας Πάνια; Τρομάξαμε να την αναγνωρίσουμε!
Επόμενο άρθροΕφιάλτης για την Καίτη Γκρέυ! Την δηλητηρίασε η οικιακή της βοηθός! Πολύ άσχημη εξέλιξη για την τραγουδίστρια!