Αρχική ΘΕΑΜΑ ΡΕΠΟΡΤΑΖ «Περιμένοντας τον Γκοντό» – Η αναβολή της ελπίδας

«Περιμένοντας τον Γκοντό» – Η αναβολή της ελπίδας

«Θα πάψετε επιτέλους να με βασανίζεται με τον καταραμένο τον χρόνο σας! Είναι απάνθρωπο! Πότε! Πότε! Μια μέρα! Δε σας φτάνει αυτό; Μια μέρα σαν τις άλλες, μια μέρα μουγγάθηκε, μια μέρα τυφλώθηκα, μια μέρα θα κουφαθούμε, μια μέρα γεννηθήκαμε, μια μέρα θα πεθάνουμε, την ίδια μέρα, την ίδια ώρα, την ίδια στιγμή, δε σας φτάνει αυτό; Ξεγεννάμε καβάλα σ’ έναν τάφο, αστράφτει το φως μια στιγμή, κι ύστερα πάλι σκοτάδι».

Τι απομένει πια στον άνθρωπο όταν έχει χάσει τα πάντα; Μπορεί να είναι η ελπίδα; Μπορούμε ν’ αναβάλουμε το τέλος;

Η ελπίδα, ο φόβος, το άγνωστο, το γνώριμο, η απουσία, η ύπαρξη, η ανυπαρξία, το τέλος, ποιο είναι το τέλος, η αρχή, το τίποτα και η αναμονή, όλα με μία ανάσα.

Την πρώτη φορά που διάβασα το έργο του Σάμουελ Μπέκετ «Περιμένοντας τον Γκοντό», μια ισχνή σιωπή απλώθηκε μέσα μου ενώ θωρούσα ανούσια και με απάθεια το κενό. Γύρω από το κενό και την ύπαρξη εγείρονται πολλοί και γνώριμοι προβληματισμοί σαν βλέπεις τους ήρωες του έργου να παραληρούν, να παρανοούν, να σωριάζονται εξαντλημένοι στο έδαφος και να ορθώνεται μέσα τους ένα μαύρο, ζοφερό σκοτάδι με μια κι μόνο επιθυμία «Να σωθούν».

Το βλέμμα μου πάγωσε, όλα πάγωσαν καθώς μπορούσα με δέος ν’ αντικρίζω ένα διαλυμένο εσωτερικό, σχεδόν αδιόρατο κομμάτι που σάλευε ζωντανό-νεκρό στη ψυχή ενός εγκαταλειμμένου ανθρώπου.

«Πάμε να φύγουμε» ικέτευε εξαντλημένος και κουρασμένος, πια, από κάτι που δεν θυμάται ή που θέλει να ξεχάσει ο Εστραγκόν, «Δεν μπορούμε» απάντησε ο Βλαδίμηρος ενώ πικραμένος αδυνατούσε να δεχτεί πως αυτό είναι το «Τίποτα» και το «Τέλος» του, πως όλα μάταια έμοιαζαν να εκκινούν από εκεί που σταμάτησαν. «Γιατί; Γιατί δεν μπορούμε;» ρωτάει εκείνος που δεν μπορεί να κατανοήσει γιατί πρέπει να στέκονται πάντοτε  στο ίδιο σημείο, παλεύοντας με τις αρβύλες τους, ελπίζοντας κάτω από ένα δέντρο που τη μία στιγμή είναι ζωντανό με τα φύλλα να κρέμονται στα κλαδιά τους αρνούμενα να πέσουν και να μαραθούν στο έδαφος και την ίδια στιγμή όλα καταλύονται και το δέντρο έχει ήδη νεκρωθεί και μυρίζει ανελέητα και ανυπόφορα η σήψη του, γιατί; «Γιατί περιμένουμε τον Γκοντό».

Και τώρα οι ματαιωμένοι ήρωες τούτου του ανεπανάληπτου έργου του Μπέκετ γεννιούνται και πεθαίνουν στο θεατρικό σανίδι.

Αρχικά ήταν δύσκολο να ακολουθώ με τις κόρες των ματιών μου τις κινήσεις των ηθοποιών δίχως να τρεμοπαίζουν και τα μάτια μου όπως και τα σώματά τους, σαν σώματα που σαλεύουν όρθια σαν ψάρια που αναζητούν το νερό αλλά εκείνο βρίσκεται απομακρυσμένο από τον χρόνο. Κι όλοι οι θεατές, όλα τα κινούμενα ακίνητα σώματα-πτώματα τούτης της σκηνής ακινητοποιημένα ήταν ήδη απομακρυσμένοι από τον χρόνο.

Κι εκείνη τη στιγμή, για κάποιον άσχετο λόγο, όσο έβλεπα τους ηθοποιούς να υποδύονται τον Εστραγκόν, τον Βλαδίμηρο, τον Πότζο, τον Λάκυ και το παιδί -που κάθε μέρα εμφανίζεται για να φέρει τα ίδια και τα ίδια νέα- παράλληλα στ’ αυτιά μου ηχούσε το Requiem for a dream, για κάποιον ανήκουστο λόγο μάλλον.

Με δέος ατένιζα τις ψυχές των ηρώων, οι οποίοι αφήνονταν σε ένα ατελές λογύδριο να μοιάζει σαν να μην συνειδητοποιούν τι λένε, κι όμως είχαν την πλήρη συναίσθηση των ανείπωτων λεγομένων τους. Ήθελες να σωπάσουν αυτές οι φωνές που ηχούσαν ξανά κι ξανά σαν ψίθυροι της συνείδησής σου κι επιτέλους να οδηγηθούν στην εξιλέωση, ν’ αποβάλλουν εκείνο το ψυχικό βάρος που τους καταπλακώνει.

Χάμω υπήρχαν φθαρμένες αρβύλες, ένα ξεκούρδιστο βιολί, πέτρες, μια βαλίτσα φυγής που ποτέ δεν ταξίδεψε, το δέντρο της ζωής, της ελπίδας και του θανάτου και τίποτα άλλο.

Οι μελωδίες που ηχούσαν από τα στόματα των ηθοποιών, ήταν σαν ουρλιαχτά που έπαιρναν την μορφή ενός νανουρίσματος ή μιας μοιρολογίας μέσα από τον αβάσταχτο πόνο που αισθάνονται οι ήρωες.

Ήταν σαν να βλέπεις όντα του κάτω κόσμου ν’ ανηφορίζουν προς τον επάνω. Οι ηθοποιοί αδέξια άφηναν το σώμα τους να ελίσσεται και να βιώνει τους ψυχικούς σπασμούς. Δεν ανέμεναν να τελειώσει η κατάθεσή τους για να βιώσουν την κάθαρση, βίωναν την κάθαρση ενώσω άφησαν τις ανάσες τους, τα βογγητά τους, τις λέξεις τους, επί θεατρικής σκηνής.

Ο Σάμουελ Μπέκετ στο έργο του αυτό οδηγεί τον νου στην παράνοια αλλά και την πλήρη εκλογίκευση των πιο σκοτεινών σκέψεων. Μιλάει για δύο στρατιώτες, εξαφανισμένους από τον πραγματικό κόσμο, που πάλεψαν, είδαν ανθρώπους να σκοτώνονται μπροστά τους, τεμαχισμένα πτώματα, μυαλά που έχουν ξεχυθεί στο πεδίο της μάχης για την υπεράσπιση της πατρίδας, σκότωσαν ανθρώπους για την τιμητική ενός θαρραλέου στρατιώτη που θυσιάζει και θυσιάζεται και πλέον στεγνοί και ευνουχισμένοι από συναισθήματα και αναμνήσεις, περιμένουν, αναμένουν τη σωτηρία, ενώ μάχονται με τη θλίψη, επουλώνουν παλιές πληγές και δε θυμούνται αν περίμεναν κι χθες στο ίδιο σημείο, δε γνωρίζουν την ώρα, δεν έχουν την αίσθηση του χρόνου.

Οι δύο αχώριστοι φίλοι και στρατιώτες περίμεναν κι χθες, και την προηγούμενη και πριν πενήντα χρόνια στέκονταν στο ίδιο σημείο. Περιμένουν τον Γκοντό, ο οποίος τους υποσχέθηκε πως θα έρθει, αλλά αυτός ο ερχομός αναβάλλεται ξανά κι ξανά. Στο ίδιο σημείο καταφτάνει ο Πότζο και ο Λάκυ.

Ο Λάκυ είναι ο φτωχός και μουγγός υπηρέτης του αδίστακτου Πότζο, ο οποίος έχει ξεκινήσει για την αγορά, όπου θέλει να πουλήσει τον υπηρέτη του, διότι δεν είναι πια εκείνος που ήταν. Ποιος είναι, όμως, ο Πότζο; Μήπως είναι ο Γκοντό; Μήπως είναι κάποιος που έρχεται για να υπενθυμίσει τη μοναξιά στους δύο στρατιώτες, κάποιος που έρχεται για να τους εξοργίσει, ή να τους αφυπνίσει από την ύπνωση της αναμονής; Μπορεί να είναι κι ο Θεός, που παίρνει τη μορφή του κακού, να εξετάσει αν οι άνθρωποι μπορούν ν’ αναγνωρίσουν την μορφή και την ύπαρξή τους, κι εκείνοι αλλόκοτοι δεν τον αναγνωρίζουν γι’ αυτό και περιμένουν κάτι άλλο από εκείνο που πραγματικά υπάρχει κι έρχεται, έχουν άλλη προσδοκία για τον Θεό τους.

Γκοντό_Σημείο-Μηδέν_3

Μια ιστορία που επαναλαμβάνεται ξανά κι ξανά. Όμως, το επεξεργάστηκε με τέτοιο τρόπο ο σκηνοθέτης Σάββας Στρούμπος, που θωράκισε το έργο μέσα στον χρόνο, επαναλαμβάνοντας κάποια στοιχεία με διαφορετικό τρόπο δίχως αυτό να καταντάει κουραστικό  και βαρύ. Το προσέγγισε έτσι ώστε να μην εξωτερικεύεται τίποτα, αλλά ο εσωτερικός ψυχισμός ν’ αναδύεται προς τα έξω με φυσικό τρόπο.

Όλα διαδραματίζονταν αβίαστα, με σεβασμό προς το έργο, δίχως να φουσκώνει και να κάμπτεται για το οτιδήποτε. Με μια ανάσα οδήγησε τους ηθοποιούς Έλλη Ιγγλίζ, Έβελυν Ασουάντ, Κωνσταντίνος Γώγουλος και Χρήστος Κοντογεώργης, σε κάτι πραγματικά και αναγνωρίσιμα δύσκολο. Το έδωσε ακατέργαστο στους ηθοποιούς κι εκείνοι με τα γυμνά τους χέρια του έπλασαν παίρνοντας διάφορες μορφές, ακόμη κι εκείνη του κωμικού.

Θα μπορούσα να μιλάω και να γράφω για ώρες, για μέρες, καθώς σαν βγήκα από τη σκηνή, με συγχωρείται για την έκφραση, αλλά είναι η μόνη που μπορεί να εκφράσει το συναίσθημα που επικρατούσε από την αποχώρηση της σκηνής «Έμεινα μαλάκας».

Οι ηθοποιοί, η ίδια η παράσταση, δεν είχαν τίποτε άλλο να δώσουν, τα έδωσαν όλα. Δόθηκαν σύγκορμα και ολόψυχα, με το “είναι” τους, ίδρωσαν, ξεπέρασαν τα όρια του εαυτού τους, που ακόμη κι αν κάποιος υποστήριζε πως ήταν μια μέτρια έως και άθλια παράσταση, δεν θα μπορούσε να μην αναγνωρίσει τον κόπο τους.

Συντελεστές

Μετάφραση: Θωμάς Συμεωνίδης
Σκηνοθεσία: Σάββας Στρούμπος
Σκηνική Εγκατάσταση: Ηλίας Παπανικολάου
Φωτισμοί: Κώστας Μπεθάνης
Κατασκευή σκηνικού χώρου: Χαράλαμπος Τερζόπουλος, Απόστολος Ζερβεδάς
Χειριστής φωτός: Απόστολος Ζερβεδάς
Δραματολόγος: Μαρία Σικιτάνο
Photo credits: Αντωνία Κάντα
Δημιουργία αφίσας: Soul Design
Video & trailer credits: Χρυσάνθη Μπαδέκα
Επικοινωνία: Μαριάννα Παπάκη, Νώντας Δουζίνας

Ηθοποιοί: Έλλη Ιγγλίζ, Έβελυν Ασουάντ, Κωνσταντίνος Γώγουλος, Χρήστος Κοντογεώργης

Εισιτήρια

12€ (κανονικό)
10€ (φοιτητές, άνεργοι ΟΑΕΔ, ΑμΕΑ)

Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, στις 20.30
Κυριακή στις 19.00
Διάρκεια: 90΄

Τιμή εισιτηρίου:

Είσοδος 10 – 12 ευρώ

Τοποθεσία

Νέος Χώρος Θεάτρου Άττις

Λεωνίδου 12, Μεταξουργείο, Αθήνα (πλησίον Μετρό Μεταξουργείο)

Πληροφορίες-Κρατήσεις θέσεων:
210 3225207


Ακολουθείστε το Koitamagazine.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα καλλιτεχνικά νέα!

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο instagram



Προηγούμενο άρθροΣτο νοσοκομείο η κόρη της Ελεονώρας Μελέτη με Η1Ν1
Επόμενο άρθροΣοκ: Γνωστή Ολυμπιονίκης αυτοκτόνησε σε ηλικία 23 ετών!