Αφήνοντας πίσω μας το καλοκαίρι και διανύοντας πλέον τους φθινοπωρινούς μήνες, έχουμε ήδη καλωσορίσει τα πρωτοβρόχια.
Οδηγητικές συμβουλές για να είναι κάποιος ασφαλής οδηγός από τον Χρήστο Γιαννούκα μέλος της Ευρωπαϊκής Χάρτας Οδικής Ασφάλειας
Η οδήγηση όντας μια σύνθετη δραστηριότητα που απαιτεί από τον οδηγό ένα πολυπαραγοντικό σύνολο ικανοτήτων υπακούει σε τεθειμένους κανόνες υπό οιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, πολλώ δε μάλλω αν αυτές είναι ακραίες. Ορμώμενος από τα έντονα καιρικά φαινόμενα που πρόσφατα έπληξαν τη χώρα μας και γενικότερα από τις επερχόμενες βροχοπτώσεις, προτρέπω την επίδειξη ιδιαίτερης προσοχής κατά την οδήγηση σε κακές καιρικές συνθήκες, όχι απαραίτητα σε ακραίες, αλλά ακόμη και σε μια απλή βροχόπτωση.
Αρχικά, για να γίνουν αντιληπτοί οι κίνδυνοι που ενέχονται κατά την οδήγηση σε βροχόπτωση, πρέπει να κατανοηθεί πώς επενεργεί η βροχή στην ασφαλή οδήγηση. Δεδομένου των κακών υποδομών που υπάρχουν στη χώρα μας, ήτοι της κακής κατασκευής και ποιότητας του οδοστρώματος, οι μετακινήσεις ενόσω διαρκεί μια βροχόπτωση, καθίστανται δυσκολότερες και σαφέστερα επικίνδυνες. Οδοί και μάλιστα, πολυσύχναστοι, τείνουν να πλημμυρίζουν, λόγω κακής συντήρησης των φρεατίων των υπονόμων, τα οποία και φράσσουν, ενώ λακκούβες επί του οδοστρώματος τείνουν να γεμίζουν με ύδατα, καθιστώντας ανέφικτο στον οδηγό να διακρίνει το βάθος τους. Όταν βρέχει, το σύνηθες συμβαίνον είναι η μείωση του συντελεστή πρόσφυσης, με αποτέλεσμα το οδόστρωμα να καθίσταται ολισθηρό.
Στη μείωση της πρόσφυσης συνεπικουρεί, άλλωστε, και το γεγονός ότι τα ελαστικά του οχήματος δε θερμαίνονται, αλλά παραμένουν ψυχρά, σχετικά, και ενόσω μετακινούμαστε. Περαιτέρω, η βροχή αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες μείωσης της ορατότητας, καθόσον θαμπώνουν τα κρύσταλλα του έμπροσθεν και οπίσθιου ανεμοθώρακα, δυσχεραίνοντας τον οδηγό και καθιστώντας δύσκολο σε αυτόν να αντιληφθεί τι συμβαίνει γύρω του. Παράλληλα, οι φωτεινοί σηματοδότες, καθώς επίσης και οι πινακίδες σήμανσης γίνονται δυσδιάκριτες, γεγονός εξαιρετικά επικίνδυνο και επίφοβο για την τέλεση τροχαίων ατυχημάτων.
Πέραν των προαναφερθέντων προληπτικών μέτρων, απαιτείται και η εφαρμογή ορισμένων οδηγικών κανόνων συμπεριφοράς κατά τη διάρκεια της οδήγησης σε βροχή. Οφείλουμε να οδηγούμε με αναμμένα τα μεσαία φώτα, ακόμη και κατά τη διάρκεια της ημέρας, ώστε να γινόμαστε ορατοί σε όλους τους χρήστες της οδού. Μεριμνούμε ώστε να κρατούμε μεγαλύτερες αποστάσεις από τα προπορευόμενα οχήματα, καθόσον αυξάνονται οι αποστάσεις πέδησης και οδηγούμε με χαμηλότερες ταχύτητες, προκειμένου να ελέγχει ο οδηγός το όχημα και όχι το τελευταίο να κινείται ανεξέλεγκτα, εκφεύγοντας της πορείας του, ενώ προτιμώνται οι απαλές κινήσεις στο χειρισμό του τιμονιού και όχι οι απότομες. Τέλος, οφείλουμε να αποφεύγουμε τις απότομες επιταχύνσεις και επιβραδύνσεις.
Στην ατυχή περίπτωση που βρεθούμε σε σημείο με λιμνάζοντα ύδατα και δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη μετακίνησή μας εκτός αυτού του σημείου, έχουμε κατά νου τις εξής συμβουλές. Κατά πρώτον, χαμηλώνουμε ταχύτητα, θέτοντας τη μικρότερη δυνατή σχέση στο κιβώτιο ταχυτήτων και με όλες μας τις αισθήσεις τεταμένες, ώστε να είμαστε σε εγρήγορση, οδηγούμε αργά. Επιχειρούμε να προσδιορίσουμε το βάθος των υδάτων, συσχετίζοντάς το με κάποιο κοντινό σταθερό σημείο, όπως για παράδειγμα με κάποιο πεζοδρόμιο, νησίδα, δένδρο κτλ., ενώ αποφεύγουμε να οδηγήσουμε εντός υδάτων που αδυνατούμε να προσδιορίσουμε το βάθος τους. Επιλέγουμε το υψηλότερο σημείο του οδοστρώματος και σε καμία περίπτωση δεν οδηγούμε εντός κινούμενων υδάτων, καθώς είναι επίφοβο να μας παρασύρουν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν πρέπει να υπερεκτιμάμε τις δυνάμεις μας. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι σε περίπτωση παρατεταμένης βροχόπτωσης κι ενώ οδηγούμε για αρκετή ώρα υπό αυτές τις συνθήκες, η κόπωση αυξάνει σημαντικά. Το νερό στο οδόστρωμα αντανακλά το φως των διερχόμενων οχημάτων ή ακόμη και του περιβάλλοντος, γεγονός που λειτουργεί επιβαρυντικά στην όραση του οδηγού. Επιπρόσθετα, η συνεχής λειτουργία των υαλοκαθαριστήρων σε συνδυασμό με τη ζέστη που δημιουργείται από την υγρασία εντός του οχήματος συμβάλλουν στην αύξηση της υπνηλίας του οδηγού, χωρίς μάλιστα κάποια προειδοποιητικά σημάδια. Επομένως, κρίνεται αναγκαίο να σταματάμε κάθε δύο ώρες συνεχούς οδήγησης, προκειμένου να επέρχεται ένα διάλειμμα τουλάχιστον δεκαπέντε λεπτών, ώστε να ξεκουράζεται ο οδηγός.
Η βροχόπτωση δυσχεραίνει τις μετακινήσεις των οδηγών, επιφέροντας καθυστερήσεις στην κυκλοφορία και επιτείνοντας το άγχος και τη νευρικότητα των οδηγών, αλλά και τη ροπή τους να οδηγούν επιθετικά. Ωθούνται, λοιπόν, σε σπασμωδικές κινήσεις, πολλαπλασιάζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον κίνδυνο επέλευσης ατυχημάτων, τα οποία δύνανται να αποβούν μοιραία. Συμπερασματικά, καταλήγουμε ότι αποφεύγουμε τις άσκοπες μετακινήσεις κατά τη διάρκεια ακραίων καιρικών φαινομένων ή σε περίπτωση που είναι απαραίτητη η μετακίνησή μας, οπλιζόμαστε με υπομονή και ψυχραιμία και προβαίνουμε στις προαναφερθείσες ενέργειες. Το όχημα κατά τη διάρκεια βροχής μπορεί να μετατραπεί από ένα εξυπηρετικό «εργαλείο» και μέσο διευκόλυνσης και άμεσης διεκπεραίωσης των καθημερινών μας δραστηριοτήτων σε ένα «θανατηφόρο όπλο».
Σχολή Οδηγών Γιαννούκας
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ Τ.Κ 15772
Τηλ : 210 77.91.888
Κιν : 6975 61.00.56
E-mail: xristos.giannoukas@gmail.com