Αρχική ΘΕΑΜΑ ΡΕΠΟΡΤΑΖ Ο λογισμός του παραλογισμού – «Δον Κιχώτης»

Ο λογισμός του παραλογισμού – «Δον Κιχώτης»

«Ονειρεύτηκα να γίνω ένας ιππότης, σαν εκείνους που διαβάζω στα βιβλία, τους θαρραλέους άνδρες με τη γενναία καρδιά, που ορμάνε στη μάχη σύγκορμα και ολόψυχα, για τ’ όνειρο, μια ιδέα, τη σωτηρία αθώων και αδύναμων ανθρώπων, τη σωτηρία της ψυχής». Κάπως έτσι φαντάστηκα τις περιπέτειες του Δον Κιχώτη:

Ύστερα από την ανάγνωση των βιβλίων που έγιναν νόημα ύπαρξης και ζωής για τον ταπεινό αγρότη Αλόνσο Κιχάδα, σώπασε, άρχιζε να σιγομουρμουρά και να ψελλίζει τις λέξεις «Ιπποτισμός», «δεσποσύνη», «γενναιότητα», «έρωτας», «ταξίδι», «χειροτόνηση» και «μαγεία».

Όλοι μας είχαμε κάποτε ονειρευτεί μια αλλόκοτη εκδοχή του εαυτού μας, να ταξιδέψουμε στ’ αστέρια, να γνωρίσουμε τους πλανήτες, να γνωρίσουμε νέους κόσμους, σαν αυτούς που γνώρισε ο Δον Κιχώτης ή που έπλασε με τη φαντασία του. Κι όλοι μπορούσαν να μας κοροϊδεύουν, όμως, γνωρίζαμε πως ήταν ένα απατηλό όνειρο που όμως, μπορούσαμε να το εξερευνήσουμε δημιουργώντας εχθρούς, σύμμαχους, θρυλικά τέρατα, και κανείς δεν θα μπορούσε μας αποτρέψει από την περιπέτειά μας ή να μας αποβάλλει από τ’ όνειρο. Ο Δον Κιχώτης, παρά την μικροσκοπική ασπίδα και το σπαθί του, συντρίφτηκε, όχι από τους εχθρούς του δικού του παραμυθιού, αλλά από την πραγματικότητα, που δεν είχε καμιά ουσία παρά μονάχα πικρία και αδικία.

Ο Δον Κιχώτης δεν άκουγε τους ανθρώπους, αλλά τα βιβλία, έπλασε τον δικό του κόσμο, πίστεψε πως κάποια μέρα κάποιος άλλος θα διαβάζει την ιστορία του με τον ενθουσιασμό και τη φλόγα που μονάχα ένας ήρωας ή ένας ονειροπόλος μπορούν να τ’ αντιληφθούν μόλις γεννηθούν μέσα τους, και να φουσκώνει με περηφάνια κάθε φορά που θα τον διαβάζουν, γιατί κατόρθωσε να γίνει ένας ιππότης που υπερασπίζεται τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους, τους απεγνωσμένους και τους φυλακισμένους, τους ματαιωμένους, τους άθλιους και τους αρρώστους.

Ο Ισπανός συγγραφέας Μιγκέλ ντε Θερβάντες Σααβέδρα έγραψε ένα σπουδαίο λογοτεχνικό επινόημα της δικής του αθώας και τρυφερής φαντασίας. Υποστηρίζεται πως το βιβλίο αυτό, το παραμύθι αυτό, το έγραψε όταν βρισκόταν στην φυλακή, δε γνωρίζουμε την επιρροή του, όμως, φαντάζομαι πως μέσα σε ένα παγωμένο κελί, πίσω από το αδιαπέραστο των τοίχων και των αλυσίδων, έκλεισε τα μάτια του κι αφηγήθηκε την ιστορία στο μικρό παιδί που ζούσε και υπήρχε μέσα του, φόρεσε την πανοπλία του, πήρε την μικρή του ασπίδα που είχε παρατηθεί στην άκρη του κελιού, το σπαθί του που βρήκε κάτω από το στρώμα του κρεβατιού του, κι το κωνικό του κράνος, κι άρχισε να περιπλανιέται στα μέρη που ο ίδιος επινόησε, συναντώντας ανθρώπους που είχαν πολλά ν’ αφηγηθούν, που ένιωθαν μονάχοι όπως ο ίδιος, αλλά είχαν το θάρρος, το πάθος και το κουράγιο να παλεύουν.

don-kihotis_03

Κι ενώ κάποτε διάβαζα τον Δον Κιχώτη κάνοντας ησυχία στο μισοσκόταδο δωμάτιό μου να μην με ακούσει κανείς, τώρα ο Δον Κιχώτης και οι ήρωες των περιπετειών του αφηγούνται την ιστορία του ιππότη κι εγώ κάνω ησυχία.

Λίγα λόγια για το έργο Δον Κιχώτης

Ο Δον Κιχώτης ή όπως τον έλεγαν στον πραγματικό κόσμο Αλόνσο Κιχάδα, ήταν ένας απλός αγρότης που ζούσε με την ανιψιά και την οικονόμο του. Ο Θερβάντες δεν διευκρινίζει σε ποιο χωριό της Ισπανίας ζούσε ο ήρωάς του. Ο Δον Κιχώτης διάβαζε πολλά βιβλία με ιππότες, με τρανούς ιππότες που άφησε πίσω της ιστορία με μια τιμητική γενναίων και θαρραλέων ηρώων. Όσο διάβαζε εκείνα τα βιβλία παραληρούσε μονάχος του, κι άρχισε να πιστεύει πως είχε γεννηθεί για να γίνει ιππότης, ένας Δον, ο Δον Κιχώτης. Ένα πρωί, αποφάσισε ν’ ακολουθήσει τον δρόμο που η μοίρα είχε χαράξει για εκείνον. Οπλίστηκε με μια παλιά μεταλλική πανοπλία, άρπαξε το σπαθί του, την ασπίδα του, το κράνος του, καβάλησε το άλογό του Ροσινάντε κι κάλπασε προς το άγνωστο. Στην πρώτη του περιπέτεια γύρισε πίσω τραυματισμένος, αλλά όχι ηττημένος. Αυτή τη φορά στο ταξίδι του θα τον ακολουθήσει ο Σάντσο Πάντσα, η πιο αστεία φιγούρα του «Δον Κιχώτη». Οι δυο τους θα γνωρίσουν τον κίνδυνο, θα παλέψουν την μαύρη μαγεία, θα γνωρίσουν παράξενους ανθρώπους και θ’ ακούσουν ασυνήθιστες ιστορίες. Ο έρωτας του Δον Κιχώτη για την Δουλτσινέα είναι η κύρια αφορμή του γι’ αυτή την περιπέτεια. Πιστεύει πως η πριγκίπισσά του μαγεύτηκε, και είναι δική του ευθύνη να τη βοηθήσει και να λύσει τα μάγια.

Η τελευταία του περιπέτεια θα είναι και καθοριστική για τον ίδιο, ή θα παραδεχτεί πως η Δουλτσινέα του δεν είναι η ομορφότερη στον κόσμο ή δεν θα ζήσει ποτέ ξανά ως Δον Κιχώτης, αλλά θα επιστρέψει στην ήσυχη ζωή του ως Αλόνσο Κιχάδα.

Από το πρώτο δευτερόλεπτο που διάβηκα το κατώφλι της σκηνής του Θεάτρου Άλφα Ιδέα, υπήρχε κάτι το ασυνήθιστο, πάνω στη σκηνή δε βρίσκονταν μονάχα οι ηθοποιοί, αλλά κι εμείς οι θεατές, έχοντάς τους αντίκρυ σε απόσταση αναπνοής, κάτι που επιτάχυνε τους παλμικούς ρυθμούς της αγωνίας. Θα μπορούσε ο Δον Κιχώτης να μοιάζει κάπως έτσι; Όπως τον υποδύεται Αχιλλέας Αναγνώστου; Να είναι ευτυχής, πρόσχαρος, αφελής, εύτολμος, γενναίος, αστείος, ονειροπόλος αλλά κι ονειροπαρμένος, ανθρώπινος, ευγενής και καλοσυνάτος; Τόσο μικρός ιπποτάκος με μια μεγάλη καρδιά;

Οι ηθοποιοί Τρυφωνία Αγγελίδου, Διαμαντής Αδαμαντίδης, Αχιλλέας Αναγνώστου, Γιάννης Σαμψαλάκης, Μαρία Χάνου μέσα από μία αδιόρατη θεατρική κουρτίνα με μουσική, τραγούδια, γλαφυρή αφήγηση, παραστατικότητα, ζωηρότητα, πάθος και ευελιξία στο σώμα, και καθαρότητα, ευχέρεια στον λόγο, και χρώμα στις λέξεις, με σωστή άρθρωση, μας οδήγησαν εκεί που κάποτε υπήρξαμε σαν μικροί «μαχητές» ονείρων και πια μονάχα τους εφιάλτες και τους εχθρούς έχουμε φυλάξει στα κιβώτια με τα παραμύθια των παιδικών μας χρόνων.

Ορθά οι ηθοποιοί κατόρθωσαν να περιορίσουν την ιστορία του Δον Κιχώτη στον χρόνο, κι αυτό το λέω διότι υπήρξε η αγωνία της περιπέτειας και της κατάληξης του ιππότη, και δεν υπήρξαν επαναλήψεις, δεν γινόταν κουραστικό, αντιθέτως, μπορούσαν να σε συνεπάρουν με την κωμικότητα των σκηνών, τα τραγούδια, τη μουσική, τις νέες φιγούρες που έφερναν μαζί τους τις ιστορίες τους, και η περιπέτεια άλλαζε εκδοχή και πορεία.

Πότε μπορούσε να παραπαίει στο δράμα η παράσταση, πότε στην κωμωδία. Κι αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό που οφείλετε στην σκηνοθετική προσέγγιση του Ταξιάρχη Χάνου, ο οποίος έχει το δικό του «μερίδιο» από το αποτέλεσμα αυτού του παραμυθένιου, μουσικο-αφηγηματικού πονήματος που αφήνει πίσω το σώμα και σέρνει την ψυχή στην «αιωνιότητα» της ονειροπλασίας.

Δεν έδωσε μια τραγελαφικοί υπόσταση στις φιγούρες, δεν έπαιξε μαζί τους, δεν τις κορόιδεψε, αλλά προσπάθησε μέσα από την ιστορία αυτή να μιλήσει για τον «δονκιχοτισμό» των ημερών μας, πόσους Δον Κιχώτες έθαψε τούτος ο κόσμος, πόσοι μικροί ονειροπόλοι ήρωες χάθηκαν στη μάταιη σκέψη του «ανέφικτου»; Πόσοι λίγοι Δον Κιχώτες επέζησαν από τις περιπέτειές τους; Ήθελε να μιλήσει για τον φόβο του ανθρώπου να ρισκάρει, την απροθυμία του να σώσει την ψυχή του, να σώσει τον άνθρωπο, να ονειρευτεί, να δημιουργήσει, να τρέξει, ν’ ακολουθήσει οξύμωρος και αλλόκοτος μια ιδέα, ίσως μια καταδικασμένη ιδέα, αλλά δική του, ολοδική του, για την αλλαγή του κόσμου και τον αγώνα, τη μάχη για να σώσουμε και να σωθούμε.

Θα σωπάσω και θα αφήσω τις τελευταίες αυτές λέξεις που ηχούν συνέχεια στη βοή που απλώνεται από τις απελπιστικές φωνές των ματαιωμένων και απογοητευμένων

«Εδώ ήταν η Τρία μου, εδώ ήταν και η ατυχία μου»

Συντελεστές

Μετάφραση – Διασκευή: Εταιρεία Θεάτρου Θέση – Ταξιάρχης Χάνος

Σκηνοθεσία: Ταξιάρχης Χάνος

Μουσική: Διαμαντής Αδαμαντίδης

Στίχοι: Διαμαντής Αδαμαντίδης, Ταξιάρχης Χάνος

Επιμέλεια Κίνησης: Χρυσάνθη Μπαδέκα

Σκηνικά – Κοστούμια: Άρτεμις Φλέσσα

Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος

Βοηθός Σκηνοθέτη: Ανδρομάχη Φουντουλίδου

Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας

Βίντεο: Χρυσάνθη Μπαδέκα

Σκίτσο: Αχιλλέας Μεσάικος

Body Music: Σωτηρία Ρουβολή

Παραγωγή: Εταιρεία Θεάτρου Θέση

Παίζουν

Τρυφωνία Αγγελίδου, Διαμαντής Αδαμαντίδης, Αχιλλέας Αναγνώστου, Γιάννης Σαμψαλάκης, Μαρία Χάνου

Διάρκεια παράστασης: 90’

Τιμές εισιτηρίων: 12€ κανονικό | 10€ φοιτητικό – άνω των 65 | 5€ ανέργων-ατέλειες

Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 19:00


Ακολουθείστε το Koitamagazine.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα καλλιτεχνικά νέα!

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook και ακολουθήστε μας στο instagram



Προηγούμενο άρθροΟ Αρίσταρχος Παπαδανιήλ μελοποιεί κι ερμηνεύει Κωνσταντίνο Καβάφη – «H ΠΟΛΙΣ | Όπου Το Μάτι Μου Γυρίσω»
Επόμενο άρθροΦωτεινή Μπαξεβάνη: «Το παράπονο μας αυτή την εποχή είναι ότι έχουμε απομακρυνθεί από τον άνθρωπο»